Αγαπητέ αναγνώστη,
Με βαθιά επίγνωση ότι το (συλλογικό) πένθος στην Ελλάδα είναι πολύ πρόσφατο και με αφορμή το τραγικό γεγονός θέλω να μοιραστώ διάφορες ευρύτερες σκέψεις. Πολλοί γνώστες του αντικειμένου εξηγούν ότι, δυστυχώς, το ατύχημα ήταν ζήτημα χρόνου να συμβεί. Και αυτό γιατί επί χρόνια οι όποιοι υπεύθυνοι δεν πήραν ποτέ μέτρα για να εξασφαλιστεί στο βαθμό που είναι ανθρώπινα δυνατό, η ασφάλεια των επιβατών του τρένου. Το φαινόμενο για τα ελληνικά δεδομένα δεν είναι καινούργιο στα μάτια μου σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο και αυτό αφορά στην έλλειψη αγάπης και φροντίδας συνολικά. Το να οδηγεί κάποιος και να χρησιμοποιεί το κινητό του τηλέφωνο, να οδηγεί μηχανή χωρίς το προστατευτικό του κράνος, να σταματάει το αυτοκίνητό του όπου επιθυμεί είναι καθημερινές επιλογές ανθρώπων που βασίζονται στην ανάληψη προσωπικού ρίσκου για την ασφάλεια τόσο του ίδιου όσο και των συμπολιτών του. Σε αυτή τη χώρα, δυστυχώς, μαθαίνουμε από νωρίς ότι το ατομικό συμφέρον προέχει κάθε τι συλλογικού, αντιγράφουμε στις εξετάσεις, χρησιμοποιούμε ρουσφέτια για αναξιοκρατικούς διορισμούς, αναθέτουμε έργα σε φίλους και συγγενείς με αντάλλαγμα τη μίζα κ.ό.κ. Το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και της προσωρινής ωφέλειας υπερισχύει ξανά και ξανά έναντι οποιουδήποτε εξευγενισμένου κριτηρίου δίκαιης και ισότιμης συνύπαρξης με τους άλλους ανθρώπους. Το ίδιο μαθαίνουμε να κάνουμε και στις σχέσεις λειτουργώντας ως 'αρπακτικά' για να πάρουμε από τον άλλο ό,τι μπορούμε χωρίς να υπολογίζουμε το πώς αισθάνεται και τελικά αποποιούμενοι οποιασδήποτε ευθύνη δέσμευσης στη φροντίδα απέναντι στον άλλο. Το μήνυμα είναι σαφές; 'η ζωή και οι επιθυμίες μου αξίζουν περισσότερο από αυτές του άλλου΄, όχι ισότιμα. Αξίζουν περισσότερο. Το ίδιο βαθιά αρρωστημένο σύμπτωμα εμφανίστηκε και στο συμβάν με το τρένο. Ένας ανειδίκευτος διορισμένος, εταιρείες και συστήματα που έβαλαν πρώτα το ίδιον όφελος και κέρδος πάνω από την ασφάλεια και την επιβίωση άλλων ανθρώπων και οι ευθύνες όπως και ζωές χάθηκαν κάπου στη διαδρομή... Έχω συζητήσει εκτενώς το θέμα της ευθύνης, αλλά φαίνεται ανεξάντλητο.. Κ αυτό γιατί είναι ένα μεγάλο θέμα που διαπερνά όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας και συνδέεται στενά με τα θέματα της αγάπης και της φροντίδας. Κύριο μέλημα των γονιών, για παράδειγμα, είναι η φροντίδα για την επιβίωση των παιδιών τους. Κοινώς, να φροντίσουν να φέρουν φαγητό στο τραπέζι, να τους παρέχουν ρούχα και παπούτσια, να μην κινδυνέψουν να σκοτωθούν από δική τους υπαιτιότητα. Τί γίνεται όμως με την ψυχοπνευματική ανάπτυξη των παιδιών; Πώς ένας γονιός φροντίζει να γνωρίσει πραγματικά ποιό είναι το παιδί του, τί της αρέσει, ποιά είναι τα ταλέντα της, ποιές είναι οι δυσκολίες του, ποιά τα συναισθήματά του, με ποιά κριτήρια διαμορφώνει τις επιλογές του, τί χρειάζεται και τί την ενδιαφέρει στη ζωή της; Μέρος αυτού του ρόλου επαφύεται σχεδόν αποκλειστικά στην εκπαίδευση, λες και η συσσώρευση γνώσεων και πληροφοριών είναι η μόνη λύση. Και έτσι οι γονείς συχνά απέχουν από την ουσιαστική εκμάθηση των παιδιών τους για το τί σημαίνει, πώς είναι να είναι κανείς άνθρωπος. Οι γονείς αποφεύγουν ή δεν ξέρουν ή δεν θέλουν να μάθουν πώς είναι να είναι θετικά μοντέλα προς μίμηση και όχι απλά προμηθευτές τροφής όπως είναι τα ζώα σε μια ζούγκλα. Έτσι ο γονέας εκπληρώνει μόνος μέρος της ευθύνης-φροντίδας απέναντι στο παιδί του, φροντίζοντας μόνο μέρος της ύπαρξης και όχι ολόκληρη την ύπαρξή του. Επακόλουθα τα παιδιά, ως μελλοντικοί ενήλικες, πολίτες και γονείς, μαθαίνουν να έχουν και οι ίδιοι απέναντι στον εαυτό τους και τους άλλους αυτή τη μισή ευθύνη και φροντίζουν τόσο όσο να επιβιώσουν και όχι να εξελιχθούν και να εξευγενιστούν. Ταυτόχρονα οι ζωές μας γίνονται πιό πολύπλοκες λόγω της τεχνολογίας, του τρόπου ζωής (πχ ταξιδιών), της διακίνησης πληροφοριών, των διαφόρων σχέσεων (μέσα κοινωνικής δικτύωσης κλπ). Αποτελεί πρόκληση, λοιπόν, για τον άνθρωπο, το πώς θα συνεχίσει να υπάρχει μέσα σε όλη αυτή την πολυπλοκότητα που ο ίδιος δημιούργησε και με ποιά ηθικά ή μη και νοηματοδοτικά κριτήρια θα διάγει τη ζωή του. Παραδώσαμε τα κλειδιά στα χρήματα, στο κέρδος, σε μια ανεξέλεγκτη φιλοδοξία υλικού πλούτου και ορίστε τα αποτελέσματα. Υπό αυτή τη σκοπιά, ο διορισμένος, μη εκπαιδευμένος σταθμάρχης, οι εμπλεκόμενες εταιρείες και τα συστήματα είναι αθωωμένα, γιατί ο καθένας έκανε αυτό που έμαθε, να εγγυάται την προσωπική του ευημερία, να κάνει περικοπές για να διατηρήσει το κέρδος, να μην επενδύσει στη λειτουργία ασφαλιστικών συστημάτων κλπ κλπ. Με τον ίδιο τρόπο που ένας γονέας θα πεί ότι 'εγώ έφερα φαγητό στο τραπέζι, τί άλλο θέλετε να κάνω για το παιδί μου, δεν αρκεί αυτό;' Μάλλον ήρθε η ώρα (έχει έρθει προ πολλού δηλαδή) να δούμε συλλογικά και συνολικά αν αρκεί αυτό και τί τελικά είναι επαρκές! Ποιός και τί τελικά οδηγούν το αυτοκίνητο, τρένο, αεροπλάνο, καράβι της ζωής μας και προς ποιά κατεύθυνση; Μας και Τους έχουμε εμπιστοσύνη; Το κάνουν με σεβασμό και αγάπη; Και φυσικά αυτό είναι μια τεράστια διαδικασία, γιατί προϋποθέτει τον επαναπροσδιορισμό μέσω αναστοχασμού του σκοπού, του νοήματος και της λειτουργίας του ανθρώπου σε αυτόν τον κόσμο. Αν αντιλαμβανόμαστε τους εαυτούς μας ως ζώα σε κοινωνίες ζούγκλας που προσπαθούν απλά να επιβιώσουν, τότε η επίτευξη του προσωπικού συμφέροντος θα είναι πάντα πρώτο στη λίστα κριτηρίων δράσης και συμπεριφοράς. Η θεωρία των παιγνίων (συγκεκριμένα το παιχνίδι του φυλακισμένου) έχουν δείξει εδώ και αρκετά χρόνια ότι σε βάθος χρόνου είναι πιο ωφέλιμη η συνεργασία από τον ανταγωνισμό για την επιβίωση των ανθρώπων. Κι όμως, απ ό,τι φαίνεται θα περάσουν ακόμα αρκετά χρόνια, και αν ποτέ, καταλάβουμε οι άνθρωποι ότι φροντίζοντας ο ένας τον άλλο, φροντίζουμε και τον εαυτό μας, γιατί συνολικά εγγυόμαστε την επιβίωση σε όλα τα επίπεδά μας (σωματικό, ψυχικό και πνευματικό) και την εξέλιξή μας. Το προσωπικό όφελος δεν είναι απαραίτητα αντίθετο του συλλογικού όπως μαθαίνουμε ξανά και ξανά. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα εταιρειών και γονέων που φροντίζοντας συνολικά τους υπαλλήλους και τα παιδιά τους έχουν τελικά περισσότερα κέρδη και χρηματικά, αλλά και ηθικά όπως η ικανοποίηση, οι καλύτερες σχέσεις και η ευζωϊα. Αλλιώς μπορούμε να επιλέγουμε να ταξιδεύουμε σε άλλους πλανήτες, να τρώμε gourmet φαγητό και ταυτόχρονα να σκοτώνονται παιδιά από κάθε είδους αμέλεια! Η αμέλεια στην ψυχολογία θεωρείται μορφή κακοποίησης.. και είναι επιλογή μας! Με αγάπη, Παναγιώτης
0 Comments
Αγαπητέ αναγνώστη,
Έχει περάσει αρκετός καιρός από το τελευταίο μου άρθρο και αυτό γιατί χρειαζόταν χρόνος και επεξεργασία των κυρίως επίκαιρων θεμάτων. Όπως πάντα η γραφή μου τροφοδοτείται από προσωπικά βιώματα και επεξεργασία και από την ευρύτερη παρατήρηση της συλλογικής συνειδητότητας. Το σημερινό θέμα είναι ένα τεράστιο ζήτημα και αφορά σε πολλά άλλα επιμέρους θέματα. Θα προσπαθήσω να το αναπτύξω κατανοητά και εύχομαι να έχει κάποιο όφελος σε εσένα που αφιερώνεις το χρόνο και την προσοχή να το διαβάσεις. Ο λόγος περί κανονικότητας... Της κατάστασης εκείνης που τόσο επιθετικά και απρόοπτα ανατράπηκε με την εμφάνιση και τις συνέπειες από το κορωνοϊό που φαίνεται να μην έχουν τέλος. Είτε προκλήθηκε από λάθος, είτε έγινε συνειδητά με άλλους σκοπούς, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο, ότι η ανθρωπότητα στο σύνολό της σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό μοιράστηκε ένα κοινό βίωμα, την ίδια απειλή και χρειάστηκε να προσαρμοστεί για να την αντιμετωπίσει με στόχο πάντα την επιβίωση. Κυβερνήσεις, συλλογικότητες και άτομα πήραμε έκτακτα μέτρα περιορισμού, κλεισίματος συνόρων, εμβολιασμών, ατομικής προστασίας και τόσα άλλα με μοναδικό σκοπό το να παραμείνουμε ζωντανοί εμείς και οι άλλοι γύρω μας. Βιώσαμε μια ακραία συνθήκη που όμως δεν απέχει πολύ ως αξία από αυτό που φροντίζουμε ή καλούμαστε να φροντίσουμε καθημερινά για τις ζωές μας, να παραμείνουμε, δηλαδή, ζωντανοί. Εργαζόμαστε για να βγάλουμε χρήματα, τρεφόμαστε, χρησιμοποιούμε σπίτια, ενέργεια και μέσα μεταφοράς για ασφάλεια και επέκταση δραστηριοτήτων, έχουμε δημιουργήσει ολόκληρα συστήματα προκειμένου να αυξήσουμε τις πιθανότητες της επιβίωσής μας, π.χ. παλιότερα μια ασθένεια μπορεί να σκότωνε μαζικά ανθρώπους, τώρα με την εξέλιξη της ιατρικής και την έρευνα αυτή μπορεί να θεραπεύεται ή να γίνεται διαχειρίσιμη. Είναι διαρκής και επίπονη η προσπάθεια για επιβίωση και πολλές φορές με όσα πασχίζουμε καθημερινά ξεχνάμε το πόσα έχουμε ήδη πετύχει και τις ανέσεις και ευκολίες που διαθέτουμε. Για παράδειγμα, αν οι καιρικές συνθήκες δεν το επιτρέψουν τότε μπορεί για μια εποχή να μην έχουμε το αγαπημένο μας φρούτο π.χ. κάτι που γενικά θεωρούμε δεδομένο. Αυτό ακριβώς αποτελεί και την κανονικότητά μας. Το δεδομένο χαρακτηριστικό, ζητούμενο, συμπεριφορά μας που μέσα από αυτή τη βεβαιότητά μας μπορούμε να δομήσουμε και τους εαυτούς μας και τις ζωές μας. Αν κάθε πρωϊ ξυπνάγαμε και δεν ξέραμε αν θα βρίσκαμε κάτι να φάμε, τότε θα ξυπνάγαμε με περισσότερη αγωνία και η επιβίωσή μας θα ήταν περισσότερο επισφαλής όπως ήταν κάποτε, Όπως έχω ξαναγράψει όμως, ο άνθρωπος, ακριβώς επειδή κατάφερε να δημιουργήσει τις συνθήκες εκείνες που θα του επιτρέψουν να εγγυηθεί ή να αυξήσει σημαντικά τις πιθανότητες επιβίωσής του, μπόρεσε να εξελιχθεί και νοητικά, συναισθηματικά και πνευματικά. Αυτή η εξέλιξη αφορά και στο πώς αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας, ότι, δηλαδή, έχουμε συναισθήματα, έχουμε πνευματικές ανάγκες κλπ αλλά και στο πώς δημιουργούμε τον κόσμο γύρω μας βάση αυτών, εκφράζουμε τα συναισθήματά μας στις σχέσεις μας, δημιουργούμε ναούς παραδείγματος χάριν προκειμένου να ικανοποιήσουμε μία πνευματική μας ανάγκη κλπ. Προσπαθούμε, λοιπόν, να ικανοποιήσουμε το σύνολο των αναγκών μας και να ζήσουμε βάση της ολότητας της φύσης μας μέχρι του σημείου που κάθε φορά την αντιλαμβανόμαστε. Όλα αυτά αποτελούν, συνειδητά ή μη, το σύνολο αυτού που θεωρούμε κανονικό και ο καθένας μπορεί να ορίσει για τον ίδιο τί είναι αυτό. Για έναν άνθρωπο που γεννήθηκε τυφλός, κανονικότητα είναι να μην βλέπει και ενδεχομένως να χρειάζεται κάποια ειδική βοήθεια για να συμμετάσχει στην οργάνωση της ζωής όπως έχει γίνει από ανθρώπους που βλέπουν. Ένας τυφλός βιώνει τον κόσμο διαφορετικά από έναν άνθρωπο που βλέπει. Αυτή η διαφορά στον τρόπο έχει όμως κάποια αξιακή διαφορά; Είναι δηλαδή 'ανώτερος' αυτός που βλέπει, από αυτόν που δεν βλέπει και με ποιά κριτήρια ορίζεται αυτό; Η ανθρωπότητα έχει δώσει διάφορες απαντήσεις ανά τους αιώνες σε τέτοια αξιακά και δικαιωματικά ερωτήματα, όπως π.χ. το γεγονός ότι σε πολλές χώρες οι γυναίκες απέκτησαν δικαίωμα ψήφου αρκετά πρόσφατα, γεγονός που καταδεικνύει ότι δεν θεωρούνταν άξιες από μεγάλη μερίδα αντρών, αν όχι όλους, για να έχουν αυτό το δικαίωμα. Η συζήτηση, προφανώς, για το ποιός έχει την εξουσία ιστορικά για να ορίσει αυτά τα δικαιώματα είναι μεγάλη και δεν έχω πρόθεση να την επεκτείνω εδώ. Θεωρώ ενδεχομένως πιό χρήσιμο να αναλογιστούμε το ίδιο θέμα από λίγο διαφορετική σκοπιά. Αρχικά, αναγνωρίζοντας (βλ. και τα παραπάνω παραδείγματα) ότι επειδή γεννηθήκαμε όλοι σε αυτή τη γή, δεν σημαίνει ότι έχουμε όλοι την ίδια εμπειρία, είτε σωματικά, είτε ψυχικά, είτε πνευματικά. Δύο άνθρωποι μπορεί να έχουν ζήσει ακριβώς το ίδιο πράγμα, αλλά να έχουν επηρεαστεί διαφορετικά για πολλούς λόγους, ιδιοσυγκρασία, προηγούμενα βιώματα, δίκτυο υποστήριξης κλπ. Οπότε μάλλον δεν βοηθάει να κάνουμε τις τεράστιες γενικεύσεις, που τόσο έχουμε συνηθίσει να κάνουμε σε μια μαζικοποιημένη από πολλές απόψεις κουλτούρα, αν και όταν προσπαθούμε να γνωρίσουμε κάποιον. Οι ερωτήσεις ανοιχτού τύπου (''πώς είσαι'' αντί του ''καλά είσαι'') βοηθούν πιό πολύ από τις κρίσεις ή τα συμπεράσματα για να καταλάβουμε τον άλλον, εάν πραγματικά ενδιαφερόμαστε για αυτό. Όταν προβαίνουμε σε κρίσεις και συμπεράσματα αυθαίρετα για τον άλλον, αυτό που κάνουμε είναι ότι φανερώνουμε τη δική μας κανονικότητα σε σχέση με τις προσδοκίες, αξίες και προτάγματα που έχουμε επιλέξει συνειδητά ή ασυνείδητα για τη ζωή μας. Για παράδειγμα, όταν κατακρίνουμε την ομοφυλοφιλία ως κάτι μη φυσιολογικό, τότε εκθέτουμε τη δική μας αντίληψη περί φυσιολογικότητας και μόνο, όχι δηλαδή του θεού ή της απόλυτης αλήθειας του κόσμου, που μπορεί απλά να αντιτίθεται σε αυτό που ένας ομοφυλόφιλος θεωρεί φυσιολογικό για τον εαυτό του. Δεν χρειάζεται, δηλαδή, την άδειά μας ένα ενήλικο ομοφυλόφιλο άτομο για να ζήσει τη ζωή της όπως αυτό τη θέλει συμπεριλαμβανομένης και της αυτοδιάθεσης τους σώματός της, αλλά και της ευρύτερης έκφρασης της. Το πρόβλημα προκύπτει για το άτομο αυτό όχι λόγω της αυτοδιάθεσής του αυτής καθεαυτής, αλλά στα βιώματα της παιδικής του ηλικίας, εάν έχει μεγαλώσει σε μία οικογένεια και σε ευρύτερη κοινωνία που ήταν απορριπτική προς τον αυτοπροσδιορισμό του και τη σεξουαλικότητά του. Με απλά λόγια, της είπαν άμεσα και έμμεσα ότι αυτό που είναι και θέλει είναι λάθος βάση των κριτηρίων της (ετερο) κανονικότητας που ίσχυε στην εκάστοτε κοινωνία εκείνη την περίοδο. Στην αρχαία Ελλάδα για την οποία είμαστε τόσο περήφανοι εμείς οι σύγχρονοι Έλληνες, ήταν επιτρεπτό οι γυναίκες να μην έχουν πολιτικά δικαιώματα και, ταυτόχρονα, οι άντρες αρέσκονταν στο να βρίσκονται ερωτικά μεταξύ τους με το πρόσχημα της μετάδοσης γνώσης και εμπειρίας. Αυτή ήταν η κανονικότητα τότε. Φαντάζομαι ότι και τότε θα υπήρχαν άντρες που δεν θα ήθελαν να κάνουν σεξ με άλλους άντρες και γυναίκες που θα ήθελαν να είναι ενεργές στην πολιτική ζωή του τόπου, αλλά δεν τους επιτρεπόταν. Για όσους συνειδητά ή ασυνείδητα το αγνοούν, επιτρέψτε μου να σας ενημερώσω/ υπενθυμίσω ότι αυτού του είδους η ομογενοποιημένη κανονικότητα δεν έχει εκλείψει στις μέρες μας. Ακόμα ξυλοκοπούνται και σκοτώνονται γυναίκες, επειδή τολμούν να πούν την γνώμη τους και να αντιταθούν σε έναν άντρα, σε μια άλλη γυναίκα ή σε ολόκληρο το πατριαρχικό σύστημα, ακόμη νεαρά άτομα διώχνονται και απορρίπτονται από την 'μήτρα', τους ανθρώπους που τους γέννησαν, επειδή έχουν διαφορετική σεξουαλική προτίμηση από τους ίδιους ή προσδιορίζονται διαφορετικά ως φύλο, ακόμα τρανς άτομα δεν μπορούν να βρούν 'κανονικές' δουλειές γιατί δεν είναι 'κανονικά'. Βλέπουμε ότι το θέμα της κανονικότητας διέπει όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας, είτε εξωτερικά από το τί περιμένει η κοινωνία από εμάς, αλλά και εσωτερικά από το τί έχουμε ενσωματώσει εμείς ως 'σωστό', 'κανονικό', υγιές κλπ. Η ιστορία και η συζήτηση δεν τελειώνουν όμως εδώ που είναι μια αφήγηση που όλοι λίγο πολύ ξέρουμε, τροφοδοτούμε και ας προσποιούμαστε ότι ξαφνιαζόμαστε κάθε φορά που την ξανακούμε. Το θέμα (για να μην πώ δράμα) στην ουσία του εξελίσσεται και περιπλέκεται όταν αυτή η απόρριψη της μη κανονικότητας συνεχίζει να ζεί. Το άτομο αν ξεπεράσει τους αυτοκτονικούς ιδεασμούς προκειμένου να δώσει τέλος στον πόνο της απόρριψης που ζεί, τότε ψάχνει να βρεί τρόπους να παραμείνει και ψυχικά ζωντανό. Κρύβει τη σεξουαλικότητα και τις προτιμήσεις του στο σημείο που γίνονται χτικιά και τοξικές συμπεριφορές αλκοολισμού, ναρκωτικών, ασύδοτων και επικίνδυνων σεξουαλικών πρακτικών αυτοκαταστροφής. Ταυτόχρονα ενσωματώνει ως μέρος της ταυτότητάς του ότι κάτι είναι κακό σε αυτό. Αφού έτσι κι αλλιώς οι ίδιοι του οι γονείς δεν το αγαπούν και εκτιμούν, ποιός θα το κάνει; Μπορεί έτσι η απόρριψη να πάρει τη μορφή διπλής ζωής. Είναι εντυπωσιακό το πόσους αμφιφυλόφιλους (bisexual) παντρεμένους με παιδιά μπορεί να βρεί κανείς στις εφαρμογές γκέι γνωριμιών που δεν γνωρίζει σχεδόν κανένας από το περιβάλλον τους για αυτή την κρυφή, την 'ανώμαλη΄, την 'πιπεράτη' διπλή ζωή τους που συχνά παίρνει τη μορφή κακοποιητικών σεξουαλικών πρακτικών (ξύλο κλπ). Έτσι στις εφαρμογές, στις πιάτσες, στα σκοτεινά σοκάκια, στα διαστήματα μεταξύ δουλειάς και σπιτιού βρίσκει χώρο να υπάρξει η διαφορετικότητα που τόσο αρνείται η κοινωνία. Σκεφτείτε μόνο πόση απόρριψη θα δεχόταν ένας άνθρωπος που ομολογεί ότι έλκεται και από τα δύο φύλα! Σαφώς δεν του εγγυάται ευκολότερη διαβίωση η εξαπάτηση και το ψέμα ως στρατηγική, γιατί και η κοινωνία αυτοικανοποιεί την κανονικότητά της σαν γάτα που γλύφεται συνέχεια και το υποκείμενο βρίσκει τρόπο να ικανοποιήσει έστω και κρυφά όλες τις επιθυμίες του. Με κόστος φυσικά και το άγχος που κρύβει το ψέμα, αλλά και τον φόβο του να πληγώσει το /τη νόμιμο σύντροφο. Το χειρότερο από την απόρριψη και κατάκριση είναι η διαιώνιση της υποκρισίας και η δημιουργία ψεύτικων ζωών. Γενιές επί γενεών έχουν ζήσει στο ψέμα δικαιολογόντας το πρώτιστα απέναντι στους εαυτούς τους, ότι δεν έγινε κάτι που κεράτωσαν, ότι έτσι είναι η ζωή με συμβιβασμούς και δυστυχισμένους γάμους, ότι κανείς δεν μπορεί πραγματικά να είναι ελεύθερος σε μία σχέση κλπ. Όλα αυτά τα συμπεράσματα/ πεποιθήσεις είναι τα κανονιστικά κατάλοιπα παλαιότερων γενεών. Αυτά ήξεραν και έτσι επέλεξαν να ζήσουν. Κι όμως γιατί θα πρέπει να αναπαράγονται τυφλά; Ακόμα ένα τρανταχτό παράδειγμα είναι η τεκνοποίηση. Για κάθε μέλος της κοινωνίας (αναφορά μου κυρίως είναι η ελληνική κοινωνία) από τη στιγμή της γέννησής τους υπάρχει η προσδοκία της τεκνοποίησης. Τί άλλο έχει να κάνει ένας άνθρωπος στη ζωή του από το να γίνει γονιός; Τί άλλο έχει νόημα στα μάτια της κανονικότητας από αυτό; Έτσι γενιές επί γενεών κάνουν παιδιά επειδή αυτό θα γεμίσει τον χρόνο τους, θα τους δώσει υπαρξιακό νόημα και θα συνεχίσει την αποδοχή τους από την κοινωνία, χωρίς ποτέ να ρωτούν τους εαυτούς τους αν πραγματικά τα θέλουν, τι σημαίνουν τα παιδιά για τους ίδιους και, το σημαντικότερο, χωρίς να αναρωτιούνται βαθιά αν ο τρόπος που μεγαλώνουν τα παιδιά τους διαφέρει αρκετά από την όποια μορφή απόρριψης τυχόν βίωσαν σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό από τους δικούς τους γονείς. Στην (ετερο) κανονικότητα δεν υπάρχει χρόνος για αναστοχασμό, για αυτογνωσία, για επεξεργασία εμπειριών, για επούλωση τραυμάτων και έτσι καταλήγουμε ξανά και ξανά να γίνονται γονείς άνθρωποι που είναι κατα βάθος παιδιά ψυχικά και στην προσπάθειά τους να ανταπεξέλθουν ψυχικά στις απαιτήσεις της φροντίδας ενός παιδιού τραυματίζουν τα παιδιά τους με απόρριψη, αδιαφορία, έλλειψη αγάπης και ουσιαστικού ενδιαφέροντος στο όνομα απλά της αποδοχής από τους άλλους 'κανονικούς'. Έτσι, το ομοφυλόφιλο παιδί στο παραπάνω παράδειγμα, όχι μόνο αισθάνεται ότι υπάρχει κάτι 'λάθος' σε εκείνο, αλλά στερείται της καθοδήγησης, της υποστήριξης και αγάπης που κάθε άνθρωπος δικαιούται για να δημιουργήσει μια ευτυχισμένη ζωή, επειδή δεν υπάρχει κανείς γύρω του που θα μπορέσει να του τη δώσει και να το εκτιμήσει για αυτό που ακριβώς είναι. Είναι όλοι γύρω του παιδιά που μιμείται το ένα το άλλο στη βλακεία που παρέχει ασφάλεια και αποδοχή. Φυσικά θέλει τόλμη να αναγνωρίζει και να υποστηρίζει κανείς τη διαφορετικότητά του όποια και αν είναι αυτή, όπως επίσης θέλει τόλμη το να αναλογίζεται ένας γονιός αν αγαπάει το παιδί του (και του το δείχνει) πραγματικά για αυτό που είναι και άνευ όρων ή όχι. Προφανώς και υπάρχουν εξαιρέσεις και άνθρωποι που έχουν τολμήσει να κάνουν βαθιές ερωτήσεις στους εαυτούς ή έχουν επιλέξει να ζήσουν άλλης κανονικότητας ζωές. Τους ρωτήσαμε όμως πραγματικά με ανοιχτά αυτιά και καρδιά για το κόστος που πλήρωσαν γι' αυτήν τους την επιλογή (μοναξιάς κλπ); Όχι με περισσότερο, αλλά με τον ίδιο τρόπο και ενδιαφέρον που θα ρωτάγαμε ένα γονιό τί θυσίασε ή πόσο δύσκολο ήταν να μεγαλώσει τα παιδιά που επέλεξε να κάνει. Το παράδειγμα της σεξουαλικότητας ήταν ένα μόνο (βασικό δε) από τα χαρακτηριστικά εκείνα που συναντώ και στο θεραπευτικό πλαίσιο για τα οποία ένα άτομο στα πλαίσια μιας (ετερο) κανονικότητας μπορεί να απορριφθεί. Ακόμα και μέσα στην κανονικότητα μπορεί να υπάρχει απόρριψη, όταν ένας άντρας π.χ είναι πιο ευαίσθητος ή μια γυναίκα πιό δυναμική από το αναμενόμενο, όταν δηλαδή το ''πρότυπο'' δεν συμφωνεί με το ''πραγματικό'' για την ασφάλεια και την ασφαλή κατάταξή του πάντα. Κι αυτά τα πρότυπα, διόλου τυχαία, ενσαρκώνονται ασυνείδητα συνεχώς από τους 'διάσημους'. Η τάδε γατούλα παρουσιάστρια, το 'καλό παιδί' ηθοποιός, ο εντυπωσιακός σκηνοθέτης που, εντελώς τυχαία, διαφημίζουν και προϊόντα που σου προτείνουν να τα αγοράσεις για να γίνεις λίγο σαν κι αυτούς, κανονικός, αναγνωρίσιμος, σημαντικός. Ενώ συνηθίζω να κλείνω με προτρεπτικές ερωτήσεις, το σημερινό θέμα με εμπνέει τόσο που θα προτιμήσω να κλείσω με καταφάσεις. Από αυτές που δύσκολα μέσα σε τόση κανονικότητα βρίσκουν το φώς και τη θέση ισότητας που τους αντιστοιχεί. Πίσω, λοιπόν, από κάθε πληγωμένο από απόρριψη παιδί βρίσκεται πάντα ένας πληγωμένος από απόρριψη γονιός που δεν έμαθε να αγαπάει και να φροντίζει τον εαυτό του. Ακόμα και αυτοί που αποκαλούμε νάρκισσους, είναι αυτοί οι άνθρωποι που κανείς δεν τους είδε και δεν τους αγάπησε πραγματικά για τις αδυναμίες, τις ανασφάλειες και τα λάθη τους και αποφάσισαν ασυνείδητα να κλειστούν σε ένα δωμάτιο μόνο με τον καθρέφτη τους ώστε να παραμένουν ασφαλείς βλέποντας συνεχώς το είδωλο τους (και μόνο). Η αληθινή άνευ όρων αγάπη που συνηθίζουμε να λέμε ότι βιώνουν οι γονείς, δεν είναι καθόλου άνευ όρων, αν δεν έχουν αγαπήσει ή δεν προσπαθούν να αγαπήσουν τους εαυτούς τους βαθιά. Όταν αγαπά κανείς βαθιά, βλέπει ότι δεν υπάρχει κάποιος άλλος άνθρωπος που δεν αξίζει και αυτός αγάπη για αυτό ακριβώς που είναι. Μάλλον ήρθε η ώρα μαζί με τόσα άλλα να επανεξετάσουμε τη σχέση μας με την κανονικότητα. Ό,τι δημιουργεί η φύση είναι κανονικό, δεν μας παίρνει την άδεια να το δημιουργήσει, δημιουργεί τον άνθρωπο και τα σκουλίκια και τις πεταλούδες και τα δέντρα και τα ψάρια. Όλα αξίζουν αγάπη και το αν θα τους τα δώσουμε εξαρτάται από το πόσο συνδεόμαστε πραγματικά και άνευ όρων με αυτήν και με την υπόλοιπη ύπαρξη. Μάλλον ήρθε η ώρα να επανεξετάσουμε τη σχέση μας με την πνευματικότητά μας μέσω της κανονικότητας. Με τον 'θάνατο του θεού' και τον φόβο που είχαμε απέναντι στην παραβίαση των κανόνων του, είμαστε απλά ανεξέλεγκτα ένστικτα που βρήκαμε τον καινούργιο μας θεό στον υλισμό, τρώμε, πίνουμε, υπερξοδεύουμε τους πόρους του 'σπιτιού' μας, της γης, προς ικανοποίηση μιας ανάγκης που δεν ικανοποιείται από υλικά αγαθά και αφορά την ψυχή μας. Δεν ισχυρίζομαι ότι η ύλη δεν έχει και αυτή την αξία της, αλλά ρωτήστε γύρω σας όποιον θεωρείτε πετυχημένο, σοφό, ευτυχισμένο πώς τις ορίζουν και φαντάζομαι ότι οι απαντήσεις τους θα συγκλίνουν στην ηρεμία της ψυχής, στην αγάπη, στην αποδοχή αυτού που υπάρχει, γιατί οποιοσδήποτε πόλεμος εξωτερικά σημαίνει και πόλεμος εσωτερικά ενός κομματιού μας ενάντια ενός άλλους ως ανθρωπότητας και ως συλλογικής ψυχής. Με αγάπη, Παναγιώτης Αγαπητέ αναγνώστη,
Η αγάπη είναι από εκείνα τα ανεξάντλητα θέματα που ο καθένας έχει τις δικές του εμπειρίες και απόψεις. Παρατηρώντας διάφορες εκφάνσεις της κατα τη διάρκεια της περιόδου του ορθόδοξου Πάσχα, όπου άνθρωποι έρχονται περισσότερο μαζί, αισθάνθηκα έντονα την ανάγκη να τη συζητήσω λίγο παραπάνω. Είναι κοινός τόπος παραδοχής πια ότι τις πρώτες μας προσλαμβάνουσες για τον κόσμο τις παίρνουμε από την οικογένεια και το περιβάλλον στα οποία μεγαλώνουμε. Εκεί, μέσα από λόγια και πράξεις, από το πώς αισθάνονται, εκφράζονται και επικοινωνούν οι 'μεγάλοι' αλλά και τα παιδιά γύρω μας, καταλαβαίνουμε το εάν κάτι επιτρέπεται ή όχι, πώς εκδηλώνονται συναισθήματα, πώς σχετίζονται οι άνθρωποι μεταξύ τους και πώς αισθάνονται και συμπεριφέρονται σε συγκεκριμένες καταστάσεις π.χ πένθος, γιορτές κλπ. Φτιάχνουμε, δηλαδή, ένα σενάριο, ένα πρότυπο, ένα μοντέλο συναισθηματικού φάσματος, εκδηλώσεών του και συσχετισμών. Ένα από αυτά τα συναισθήματα είναι και η αγάπη που έχει συγκεκριμένο μήκος κύματος, δόνηση που εκπέμπεται όταν κάποιος την αισθάνεται. Είναι μια δόνηση ήρεμη, 'ανοίγματος' και 'απλώματος', αποδοχής, ικανοποίησης, ευεξίας. Έχουν σημασία αυτές οι λέξεις, γιατί συχνά ακούμε ανθρώπους να σχετίζουν την αγάπη με κάτι πιεστικό, αγχωτικό, στρεσογόνο, αγωνιώδες, κουραστικό, απαιτητικό, επώδυνο. Γιατί όμως να συμβαίνει αυτό; Αυτό ακριβώς το σημείο θέλω να συζητήσω. Οι περισσότεροι άνθρωποι γνωρίζουμε την αγάπη μέσα στα πρώτα περιβάλλοντα μας ως κάτι 'υπό όρους', 'αν είσαι καλό παιδί, θα σου κάνω αυτό' ή 'αν μ αγαπούσες θα έκανες αυτό' ή 'αν αγαπάς κάποιον, θα πρέπει να δεχτείς όλα όσα κάνει'. Έτσι μαθαίνουμε ότι για να γίνει κάτι που θέλουμε, για να είμαστε αποδεκτοί, για να μας αγαπάνε, για να πάρουμε κάτι που έχουμε ανάγκη από κάποιον άλλο, θα πρέπει να υπάρχει πάντα ένας όρος, ο οποίος τίθεται αρχικά από κάποιον άλλο και αργότερα ίσως τον θέτουμε εμείς στον εαυτό μας και σε άλλους με τη σειρά μας. Άρα ζούμε σ' ένα μόνιμο, εσωτερικό και εξωτερικό, καθεστώς ανασφάλειας όπου η αποδοχή και η αγάπη προς εμάς, εξαρτώνται πάντα από κάποιους παράγοντες που θέτουν κάποιοι άλλοι. Άρα δεν είμαστε ποτέ αποδεκτοί 100%, είμαστε αγαπητοί πάντα υπό προϋποθέσεις, από κριτήρια δηλαδή που κάποιος θέτει ως σωστά... για εκείνη/ον. Μήπως το ίδιο συμβαίνει και για την αγάπη προς στον εαυτό μας; Αν έχουμε μάθει να αγαπάμε γενικά υπό όρους, τότε αγαπάμε και τον εαυτό μας υπό όρους; Δεν ακούγεται κάπως άδικο αυτό; Υπάρχει κάποιο κομμάτι μας που να μην αξίζει την αγάπη μας; Κι αν ναι, ποιό είναι αυτό και γιατί ακριβώς δεν αξίζει την αγάπη μας; Και κάπως έτσι όλο το οικοδόμημα περί 'υπό όρους' αγάπης καταρρέει και αποκαλύπτεται ότι ήταν απλά ένα οικοδόμημα, ένα κατασκεύασμα. Όπως ακριβώς δεν είναι υγιές να μην υπάρχει μέρος μας που να μην αξίζει την αγάπη μας, έτσι ακριβώς υπάρχει ή δεν υπάρχει και στου άλλους. Μπορεί να υπάρχουν συμπεριφορές των άλλων που να μας θυμώνουν, να μας στεναχωρούν, να μας δυσκολεύουν, να μας προβληματίζουν, να μην τις καταλαβαίνουμε, να μην τις θέλουμε, αλλά αυτό δεν τις κάνει μη άξια αγάπης. Αυτές οι συμπεριφορές μπορεί να είναι δημιουργημένες από μία 'υπό άλλους όρους' αγάπη από άλλα περιβάλλοντα και δυναμικές. Μια σειρά, δηλαδή, από άλλα κριτήρια που έπρεπε να ακολουθήσει ο συγκεκριμένος άνθρωπος για να τον αγαπούν και να τον δέχονται οι γύρω του. Επεκτείνοντας αυτή τη σκέψη, καταλαβαίνουμε ότι καταλήγουμε να υπάρχουμε ως μισά του μισού, κατακερματισμένα, ανελεύθερα μέρη ενός ανομοιογενούς συνόλου, που διαρκώς απορρίπτουν το ένα το άλλο, και εσωτερικά και εξωτερικά, επειδή κάπως έμαθαν τί είναι και τί δεν είναι άξιο αγάπης. Ο προγραμματισμός του προγραμματισμού στις αξίες και στις συμπεριφορές δηλαδή! Κάποιοι από μας είχαν την τύχη να ζήσουν σε άλλες κοινωνίες ή να ψάξουν εναλλακτικές πιθανότητες αυτού και μέσα από σκληρή δουλειά και αυτοαναζήτηση καταλήξαμε στο ότι όλη αυτή η διχοτόμηση μόνο κακό κάνει. Το ότι δεν θα κάναμε εμείς τις επιλογές που κάνει κάποιος για τον εαυτό του ή το ότι θέλουμε να υπάρχουμε με έναν διαφορετικό τρόπο από κάποιον, ακόμα και από την πλειοψηφία, δεν σημαίνει καθόλου ότι εμείς ή οι άλλοι είναι λάθος ή ανάξιοι αγάπης για αυτό που είναι και κάνουν. Φυσικά πράξεις που βλάπτουν σωματικά ή ψυχικά κάποιον είναι κατακριτέες, αλλά μήπως θα πρέπει επιτέλους να συζητήσουμε το πώς ένα μέλος μιας κοινωνίας αποφασίζει να κάνει μια τέτοια πράξη; Ποιός μπορεί να του έδειξε ότι είναι οκ να την κάνει; Μήπως μια πράξη βίας προς κάποιον άλλο αποτελεί ένδειξη και απόδειξη της ύπαρξης βίας εσωτερικά, αλλά και της ύπαρξης βίας σε συλλογικό επίπεδο; Η απόρριψη ενός μέλους της κοινωνίας για τις όποιες επιλογές του που δεν συμφωνούν με τις επιλογές της πλειοψηφίας είναι μία μορφή βίας από μόνη της, είναι η πράξη μη αγάπης, μη αποδοχής, μίσους προς έναν άλλον άνθρωπο και τον τρόπο που επιλέγει να εκφράζεται και να ζει. Αν κάποιος από μία παρέα συγκινείται με μία ταινία που οι φίλοι του δεν συγκινούνται με αυτήν, γιατί αυτό τον κάνει περίεργο, υπερευαίσθητο, 'μαλακό κλπ; Ένας άνθρωπος που πραγματικά αγαπά τον εαυτό του, δεν χρειάζεται να στραφεί εναντίον κανενός άλλου ανθρώπου, παρά μόνο, ενδεχομένως, για να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Αντιλαμβάνεται ότι είναι μέρος της παγκόσμιας κοινότητας των ανθρώπων που είναι σε διαρκή αλληλεξάρτηση και κανένας άλλος άνθρωπος δεν είναι ανώτερος ή κατώτερος αξιακά από τον ίδιο. Η όποια προσπάθεια επιβολής σε κάποιον άλλο, επίθεσης, κατάκρισης, αγνόησης, χειρισμού κλπ υποδεικνύει μόνο ψήγματα είτε ανασφάλειας, είτε αλαζονείας, και τα δύο πολύ σαθρά θεμέλια για να χτίσει κανείς πάνω την ύπαρξή του. Επίσης, αποτελούν χαρακτηριστικά που υποδηλώνουν μία προβληματική σχέση με την αγάπη του εαυτού. Στην πρώτη περίπτωση υπάρχει έλλειμμα και στη δεύτερη περίπτωση πλεόνασμα. Η όποια κριτική, λοιπόν, δεν δείχνει κάτι για τον κρινόμενο απαραίτητα, αλλά περισσότερο για αυτόν που κρίνει και τη σχέση του με την αποδοχή και την αγάπη εν γένει. Είναι χαρακτηριστικό το ότι πολύς κόσμος τις άγιες μέρες του Πάσχα πηγαίνει στην εκκλησία και συμμετέχει στα Πάθη του Χριστού και την ίδια ώρα, παρά το πρόταγμα των ημερών για αγάπη και συγχώρεση, συνεχίζει να στρέφεται με λόγο και πράξεις μίσους και κακίας προς άλλους ανθρώπους λες και η ύπαρξη και εφαρμογή της αγάπης γίνεται μόνο κατα το δοκούν και αφορά μόνο σε συγκεκριμένα πράγματα και ανθρώπους. Όσο αναλογίζομαι την αγάπη, τόσο τείνω να καταλήξω ότι είναι ένα καθολικό συναίσθημα που υπάρχει ως δυνατότητα σε όλους τους ανθρώπους προς όλα τα έμβια όντα και, ταυτόχρονα, είναι μια διαρκής πάλη, σύγκρουση και διαδικασία του εαυτού μας προς ανώτερα μαθήματα. Η αγάπη, όπως όλα τα συναισθήματα, καταδεικνύει τον τρόπο που σχετιζόμαστε με τον εαυτό μας και με τον κόσμο. Εάν αισθανόμαστε ανασφαλείς, δηλαδή, θα φοβόμαστε διαρκώς ότι κάποιος θα θέλει να μας βλάψει. Επίσης, η αγάπη έχει πάντα ένα αντικείμενο. Αγαπάμε, δηλαδή, κάτι που θεωρούμε ότι έχει αξία, ότι είναι όμορφο, ότι έχει μια θετική ιδιότητα και συνολικά μας κάνει να αισθανόμαστε όμορφα και ήρεμα. Ακόμα και η αγάπη που μπορεί να έχει κανείς για μια κακή συνήθεια, όπως το τσιγάρο, όσο οξύμωρο και να ακούγεται, σχετίζεται κατα βάση με ένα θετικό συναίσθημα, αυτό της ικανοποίησης, του 'γεμίσματος' ότι εισπνέεται κάτι μέσα, της εξισορρόπησης της έντασης κ.ά. Μ αυτή την έννοια 'αγαπώ' σημαίνει ακούω, σέβομαι, κατανοώ, αποδέχομαι, αγκαλιάζω, υποστηρίζω, βοηθάω, εξηγώ, επιβραβεύω, διευρύνομαι, συμπεριλαμβάνω, συγχωρώ, αντέχω, επιμένω, διεκδικώ, συνδέομαι και τόσα άλλα, γιατί αφορά σε μία εσωτερική ανάγκη που ζητά ικανοποίηση. Πράξεις δύσκολες που χρειάζονται διαρκή προσπάθεια. Τις περισσότερες φορές δε, δεν αφορούν σε κάποιον άλλο, αλλά τον ίδιο μας τον εαυτό. Πόσο συχνά παίρνουμε αυτή τη στάση ενεργά απέναντι στον εαυτό μας για να την πάρουμε και προς κάποιον άλλο; Και το χειρότερο; Εάν δεν δεσμευόμαστε καθημερινά και έμπρακτα με αγάπη προς τον εαυτό μας, τότε θα αναζητούμε απεγνωσμένα κάποιον, γονέα, παιδί, φίλους, ερωτικούς συντρόφους, πρόσκαιρες συνευρέσεις κ.ά. να το κάνουν για εμάς, λες και είναι υπεύθυνοι, λες και μας το χρωστάνε. Τους ζητούμε όμως να πληρώσουν ένα δικό μας κενό, μια ανάγκη, την έλλειψη προσοχής, εκτίμησης, αγάπης και για αυτόν ακριβώς τον λόγο μετά γινόμαστε έρμαια των άλλων, γιατί με την πιθανότητα να τους χάσουμε, αισθανόμαστε ότι θα χάσουμε αυτή την αγάπη και την ικανοποίηση και μετά είμαστε εμείς που πρέπει να μάθουμε να αγαπάμε τον εαυτό μας. Αυτές είναι οι σχέσεις εξάρτησης, όπου ο ένας φέρει το συμπληρωματικό μέρος του άλλου και η πληρότητα έρχεται μόνο από τη σχέση με τον άλλο. Αλλιώς αισθανόμαστε κενοί και μόνοι, για αυτό καταλήγουμε να δεχόμαστε και να συμμετέχουμε σε καταστάσεις που τελικά είναι προβληματικές και ζημιογόνες για εμάς, προκειμένου να μην χάσουμε αυτή την επαφή με την αγάπη και την πληρότητα που φέρνει. Στην πραγματικότητα όμως, η αγάπη υπάρχει μέσα μας και αφορά στη σχέση με τον εαυτό μας. Εκεί ακριβώς είναι που έρχονται τα πνευματικά μαθήματα που αφορούν σε μια πιο βαθιά σχέση με τον εαυτό μας και κατ' επέκταση με τους άλλους. Γιατί καλούμαστε, πέρα από όσα έχουμε μάθει και προγραμματιστεί, να ξαναγράψουμε το σενάριο της ζωής μας, να δημιουργήσουμε καινούργιο οικοδόμημα, να μάθουμε να αγαπάμε και να φροντίζουμε και τα πιο σκοτεινά, πιο μπερδεμένα, πιο μη αποδεκτά, πιο άγνωστα, πιο άγρια και 'άσχημα' κομμάτια μας που κανείς ίσως μέχρι τώρα δεν έχει κάνει και δεν μπορεί να κάνει για εμάς. Ακόμα κι αν 100 άλλοι άνθρωποι μας λένε ότι αγαπάνε κάτι συγκεκριμένο σε εμάς, εάν δεν το αναγνωρίσουμε, 'αγκαλιάσουμε' και αγαπήσουμε εμείς, τότε θα παραμένει στη σφαίρα του απορριπτέου, ανενεργού και διαστρεβλωμένου μέσα μας. Αυτό δεν σημαίνει ότι όλο αυτό χρειάζεται να το κάνουμε απολύτως μόνοι μας. Η υγιής, ενήλικη και ώριμη αγάπη υπάρχει και ρέει και σε σχέσεις αμοιβαίας αλληλεξάρτησης με τους άλλους. Εκεί όπου και τα δύο υποκείμενα βρίσκουν την αποδοχή, όπως ακριβώς είναι, αλλά και τον χώρο για να εξελιχθούν προς τον όποιο δρόμο τους καλεί η καρδιά τους. Φόβος, ανασφάλεια, εσωτερική καταπίεση και ανελευθερία, υπακοή στους άκαμπτους κανόνες των κοινωνιών είναι οι σύμβουλοι που πάντα θα μας οδηγούν σε πιο 'ασφαλείς', αντιφατικές, ασύμβατες και ανελεύθερες επιλογές και πράξεις. Το διαπιστώνω συνέχεια στο χώρο της θεραπείας, άνθρωποι να ταλανίζονται για χρόνια μεταξύ της αίσθησης του 'πρέπει' που έμαθαν και του 'θέλω' που λαχταρά η καρδιά τους, όλα αυτά τα μέρη τους που δεν βρήκαν αγάπη και διαστρεβλώθηκαν σε διάφορες επώδυνες μορφές για να βρουν κάποιο τρόπο να παραμείνουν ζωντανά. Είναι ταξίδι, ναι, αλλά είναι και κρίμα να φεύγουν ψυχές από αυτό τον κόσμο με τόσο σκοτάδι και έλλειψη αγάπης! Πότε θα μάθουμε να αγαπάμε πραγματικά και σε βάθος εαυτούς και αλλήλους; Οι γιορτή του Πάσχα θα παραμένει πάντα μία συμβολική διαδικασία που θα μας καλεί, πέρα από τις αργίες και το πολύ φαγητό, την πρόσκαιρη απόλαυση δηλαδή, να επανεξετάσουμε τη σχέση μας με την άνευ όρων αγάπη, με την ανιδιοτέλεια, με τη συγχώρεση, με την ανοιχτή αγκαλιά, με τη βαθύτερη ουσία της ζωής μας, με την Ανάταση της ψυχής μας ξανά και ξανά μέχρι να συναντήσουμε αληθινά τον Θεό μέσα μας. Με αγάπη, Πάνος Ήρθαν και φέτος τα Χριστούγεννα, μια γιορτή που γιορτάζεται σε πολλά μέρη του κόσμου και συνδέεται με μία περίοδο διακοπών για πολλούς και με την εορτασμό της πρωτοχρονιάς.
Είναι ενδιαφέρον που και οι δύο γιορτές αφορούν σε κάτι καινούργιο, σε μία γέννηση, στην αρχή. Στην αρχή μιας ζωής, αλλά και μίας νέας χρονιάς. Στην αφετηρία προς κάτι που μόλις αρχίζει να υπάρχει. Στην πραγματικότητα, η νέα χρονιά έρχεται ως συνέχεια της προηγούμενης. Μπορεί να επιθυμούμε, να έχουμε ανάγκη και να επιδιώκουμε μια επανεκκίνηση, αλλά ουσιαστικά περνάμε από το ένα στο άλλο, συνεχίζουμε μία πορεία, μία εξέλιξη με σταματήματα και ξεκινήματα. Σ' αυτήν την πορεία, λοιπόν, για να βιώσουμε ξεκινήματα, συνήθως, κάτι πρέπει να πεθάνει. Για να πάμε σε μία καινούργια δουλειά, θα πρέπει να αφήσουμε την παλιά, το ίδιο για μία σχέση, ένα σπίτι κ.ό.κ. Άρα ο 'θάνατος' και η απώλεια είναι αναπόσπαστο μέρος αυτής της κυκλικής διαδικασίας της ζωής. Κάθε φθινόπωρο η φύση βιώνει έναν τέτοιο θάνατο, όπου τα δέντρα ρίχνουν τα φύλλα τους και μ' έναν τρόπο νεκρώνουν για να δημιουργήσουν χώρο για τη νέα ζωή. Αυτή τη μεικτή, ευχάριστη και επώδυνη, διαδικασία μου θύμισαν οι πρόσφατες απώλειες των γονέων κάποιων φίλων. Οι άνθρωποι μέσα στη διαρκή μας πάλι για μια κάποια ισορροπία με το άγνωστο, το υπερβατικό και την πεπερασμένη φύση μας, ξεχνάμε ή καλύτερα επιλέγουμε να μην δίνουμε χώρο, να μην συζητάμε, να μην 'γιορτάζουμε' τον θάνατο που πάντα προηγείται μίας γέννησης. Ακόμα και η γέννηση ενός παιδιού συνεπάγεται το τέλος της ζωής της μητέρας ή/και του ζευγαριού όπως την ήξεραν. Αλλάζει το σώμα της, οι συνήθειες, η αναφορά και ο προσανατολισμός τους στη ζωή. Αντίστοιχα, όταν ένα παιδί χάνει τους γονείς του, χάνεται μαζί η αναφορά και η παρουσία ενός ανθρώπου που ήταν άρρηκτα συνδεδεμένος με την ύπαρξή του από την πρώτη του μέρα ζωής. Ο πόνος όταν πρόκειται για τον θάνατο είναι αβάσταχτος, γιατί πρόκειται για την οριστική παραδοχή ότι κάτι δεν θα υπάρχει ποτέ ξανά ως τέτοιο. Μας φέρνει σε επαφή με τα όρια της ζωής, τα όρια μας ως ανθρώπους, τα όρια των ικανοτήτων και των αδυναμιών μας, τα όρια της υλικής και της άυλης ύπαρξής μας. Δεν μπορούμε να τον νικήσουμε, να τον αντιστρέψουμε, είμαστε αβοήθητοι στην ισχύ του κ μ' ένα τρόπο στη ' μοίρα' και στο 'χέρι του θεού'. Δεν χρησιμοποιώ αυτούς τους όρους καθόλου μοιρολατρικά, αλλά ως δείγματα του 'επέκεινα', ότι οι άνθρωποι χρειαζόμαστε να ελπίζουμε ότι κάτι υπάρχει μετά τον θάνατό μας για να έχει μ ένα τρόπο η ζωή μας αξία και νόημα! Με τον ίδιο τρόπο που αλλάζουμε χρόνο σκεφτόμενοι τί θελουμε από τη νέα χρονιά 'να μας φέρει', πού αν δεν δουλέψουμε δεν θα έρθει μόνο του ποτέ, δεν σκεφτόμαστε ποτέ ότι τη νέα χρονιά που έρχεται θα αρρωστήσουμε, κάποιος θα πεθάνει, θα χωρίσουμε κλπ . Κι όμως και αυτά συμβαίνουν και μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις είναι πιό καθοριστικά γεγονότα για τις ζωές μας από άλλες χαρές. Τί θα λέγατε, λοιπόν, αυτές τις γιορτές που έρχονται μετά από δυο χρόνια σχεδόν πανδημίας και στέρησης ελευθεριών, να αναλογιστείτε περισσότερο τί αφήνετε πίσω; Τί έχει πεθάνει και τί 'πρέπει' να πεθάνει μέσα και έξω σας για να συνεχίσετε να ζείτε με υγεία και ευημερία σε όλα τα επίπεδα; Πόσο χώρο είστε διατεθειμένοι να αφήσετε στον εαυτό σας μεταξύ αλκοόλ, ξενυχτιών και διασκεδάσεων να πενθήσει αυτό τον φυσικό κύκλο ζωής που είμαστε όλοι μέρος του και τα πράγματα που θα πάρει αυτή τη φορά μαζί του; Όλες τις επιθυμίες και τα όνειρα που δεν εκπληρώθηκαν, τα 'λάθη' που κάνατε, τις προσδοκίες που απογοητεύτηκαν, αλλά και όσα δεν αφήσατε τον εαυτό σας να χαρεί; Κατανοώ, θαρραλέο και δύσκολο σε μία περίοδο επιβεβλημένης χαράς, αλλά μπορεί να συνυπάρχουν και τα δύο εάν υπάρξει χώρος! Και ίσως τότε, αν έρθουμε σε επαφή με όλα αυτά που εμπεριέχονται στην ανθρώπινη φύση, να δούμε ότι η αγάπη είναι αυτή που μπορεί να κρατήσει όλους τους κόσμους μαζί: των νεκρών και των ζωντανών, των παιδιών και των γονέων, των δυνατών και των αδύναμων, των ασθενών και των υγειών, των λογικών και των συναισθηματικών, των ανδρών και των γυναικών, των ετεροφυλόφιλων και των άλλων και σε ό,τι άλλο βλέπουμε αντίθεση και όχι τα μέρη ενός θεϊκού φάσματος ύπαρξης. Καλές γιορτές! Με αγάπη, Παναγιώτης Έχει περάσει καιρός από την τελευταία φορά που έγραψα ένα άρθρο και αυτό γιατί πολλά πράγματα ήταν και είναι 'στον αέρα' και είναι συχνά δύσκολο να διασαφηνίσω ένα θέμα προς συζήτηση. Όπως έχω ξαναγράψει συχνά συμβαίνουν πολλά στις ζωές μας και είναι δύσκολο να βάλουμε μία τάξη ή να την οργανώσουμε με έναν ικανοποιητικό τρόπο. Μπορεί να έχουμε αγωνία, άγχος, φόβο και ανησυχία για το τί θα γίνει, ειδικά σε καιρούς όπως ο τωρινός όπου 'έκτακτες΄συνθήκες έχουν αποσυντονίσει πολλές από τις μέχρι τώρα δραστηριότητες, αλλά και πεποιθήσεις μας. Το μήνυμά μου και αυτή τη φορά αφορά στην αγάπη. Θα δανειστώ και πάλι μέρη από τη δική μου ανάγνωση της 'ελληνικής ψυχολογίας' για να συζητήσω το πώς καταπιεσμένα συναισθήματα και συμπεριφορές που συνδέονται με αυτά , μορφώνουν παγιωμένες κοινωνικές συμπεριφορές, πεποιθήσεις και δυναμικές. Η ελληνική κοινωνία, όπως και κάθε κοινωνία, λειτουργεί εν πολλοίς βάση συγκεκριμένων προτύπων. Τις τάδε συμπεριφορές περιμένει από έναν άντρα και από μία γυναίκα, τις δείνα συνήθειες, συναισθηματικές αντιδράσεις και προσδοκίες. Η προσαρμογή κάποιου σε αυτές επιφέρει επιβράβευση, αγάπη, ειρήνη και αποδοχή κάπως όπως ανταμείβει ο ιδιοκτήτης τον σκύλο του με μια λιχουδιά όταν κάνει την επιθυμητή συμπεριφορά. Κάπως έτσι προγραμματιζόμαστε να είμαστε καλοί ή κακοί, συναισθηματικοί ή δυνατοί, θαρραλέοι ή φοβισμένοι, μοναχικοί ή κοινωνικοί, δοτικοί ή εγωιστές, αγχώδεις ή ήρεμοι, επαρκείς ή ανεπαρκείς και τόσα άλλα. Όλες αυτές οι ταμπέλες γίνονται μέρα με τη μέρα και ασυνείδητα η ταυτότητά μας, ο χαρακτήρας μας, το ποιοί είμαστε. Και είναι πάντα σε μία μορφή διπόλου, ή το ένα ή το άλλο. Ποιό παιδί δεν θέλει την αγάπη των γονιών του και την ασφάλεια που προκύπτει από την επιβράβευση και την αποδοχή τους;! Τί γίνεται όμως στην περίπτωση που οι επιθυμίες ή οι ανάγκες του παιδιού δεν συμφωνούν με τις προσδοκίες και επιταγές των γονιών; Τότε συμβαίνουν δύο πράγματα: ή το παιδί βρίσκει τη δύναμη να διαφωνίσει και να έρθει σε ρήξη με τους γονείς του διακινδυνεύοντας να χάσει την αγάπη και την υποστήριξή τους ή σιωπά και βρίσκει λύσεις που αποτελούν το συμβιβασμό μεταξύ των δικών του επιθυμιών και αναγκών και αυτών των γονιών του. Με αυτό τον τρόπο το παιδί καταπιέζει και 'διαχωρίζεται' από διάφορα μέρη του, αλλά συνεχίζει να έχει την υποστήριξη και την αγάπη των γονιών του για αυτό όμως που τους δείχνει ότι είναι και θέλει. Έτσι δημιουργείται μία περσόνα, ένας διαφορετικός χαρακτήρας του αληθινού, ένας νέος άνθρωπος. Αυτή η δεύτερη στρατηγική είναι από την παρατήρησή μου η επικρατούσα στην Ελλάδα. Από γονείς που δεν τολμούν να διαφωνίσουν με τους δικούς τους γονείς για να μην 'χαλάσουν' τις σχέσεις τους, από ομο και αμφιφυλόφιλους που ζουν διπλή ζωή για να μην ταράξουν τις 'ισορροπίες', από γυναίκες που δεν είναι ευτυχισμένες στους γάμους τους και δεν διεκδικούν τις επιθυμίες του, αλλά και δεν φεύγουν, από ομοφυλοφιλους που κάνουν εμμονικά σεξ με άλλους συντρόφους γιατί η δέσμευση, η επαφή και η αποδοχή είναι άγνωστες λέξεις κ.ό.κ. Αυτά είναι μερικά παραδείγματα συμπεριφορών που για μενα δηλώνουν όχι μόνο ατομική αλλά και συλλογική νοσηρότητα. Το omerta, η σιωπή της καταπίεσης, της ανελευθερίας και του ψέμματος συνεχίζεται από γενιά σε γενιά μέχρι ένα μέλος της οικογένειας να αρρωστήσει σωματικά ή και ψυχικά, κάποιος να χάσει τη ζωή του, κάποιος να αρχίσει θεραπεία, κάποιος να επιχειρήσει να σπάσει τον φαύλο κύκλο δυστυχίας. Ίσως όλοι να συμφωνήσουμε με το χιλιοειπωένο: 'η ζωή είναι ένα δώρο'! Ποιό δώρο όμως; Ένα δώρο βουτηγμένο στην ανασφάλεια και στο ψέμα, στην ανελευθερία και στην κρυφή επιθυμία, στην παγιοποίηση και στην απουσίας εξέλιξης, στην έλλειψη αγάπης για τον εαυτό και τους άλλους; Το παράδοξο είναι ότι και αυτοί που αποφασίζουν να 'συμμορφωθούν' με τα στερεοτυπικά προτάγματα, αλλά και αυτοί που επαναστατούν, 'βράζουν ο καθένας στο ζουμί' του, γιατί οι συμπεριφορές τους προσδιορίζονται από και απαντούν σε ένα βαθμό στην αντίθετη θέση. 'Θέλω να πώ φτάνει πιά, αλλά τότε τί θα πούν για μένα ή ποιός θα είμαι εγώ μετά;'. 'Θέλω να κάνω τη ζωή μου όπως τη θέλω εγώ, αλλά θέλω και να με αποδέχονται και όλοι όπως είμαι'. Κάθε επιλογή έχει και κάποιο κόστος, όποια επιλογή και αν είναι αυτή. Αυτό είναι όλο το μάθημα της ζωής στην ύλη, ότι συνέχεια υπάρχει ένας κάποιος περιορισμός. Καλούμαστε λοιπόν, να υπερβούμε τα εγκόσμια και να δούμε πιό βαθιά στην ύπαρξή μας και αυτό πάντα αφορά και τους άλλους. Είμαστε όλοι μαζί ένα σε αυτό. Η εποχή που ζούμε είναι μεταβατική, είτε θέλουμε να το παραδεχτούμε, είτε όχι. Η μετάβαση έχει να κάνει ακριβώς με τον θάνατο αντιλήψεων σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο. Ειδικά στην Ελλάδα ιστορικά ζήσαμε και ζούμε με ένα ιό διχασμού για πολλά χρόνια. Η κύρια αιτία είναι αυτή ακριβώς, ότι δεν αφήσαμε ποτέ επαρκή χώρο για την 'άλλη γνώμη', για τον άλλο τρόπο, για τον άλλο άνθρωπο που δεν μας μοιάζει, που είναι διαφορετικός, που αισθάνεται και θέλει να ζήσει αλλιώς. Και αυτό γιατί εμείς ποτέ, οι ίδιοι που κατακρίνουμε τον άλλο γιατί είναι διαφορετικός, δεν τολμήσαμε να κάνουμε την επανάστασή μας απέναντι σε όποια δεσμά. Δεν τσακωθήκαμε με τους γονείς μας, δεν διακινδυνεύσαμε, δεν τολμήσαμε να ζήσουμε όπως θέλουμε, οπότε πώς τολμάει να το κάνει άλλος;! Επίσης δεν τολμήσαμε ποτέ να κάνουμε τις προσωπικές μας υπερβάσεις, να βρούμε πραγματικά το νόημα για εμάς και όχι να ακολουθήσουμε τον πεπατημένο δρόμο δημιουργίας οικογένειας και παιδιών που καθησυχάζει εν πολλοίς τα υπαρξιακά ερωτήματα που ενυπάρχουν λίγο πολύ σε όλους. Επακόλουθα, γεννιέται και συντηρείται μία ρητορική και συναισθήματα μίσους που κρατούν μία κοινωνία δέσμια και στατική να βαλτώνει. Απλά γιατί όλη η ενέργεια πηγαίνει ή στον πόλεμο εναντίον κάποιου ή στην υπεράσπιση του εαυτού ή στην αποφυγή και των δύο με όποιο τρόπο (ποτό, σεξ, εξωσυζυγικές σχέσεις κλπ). Σαν δυο παιδιά που μαλώνουν συνεχώς και δεν υπάρχει κανένας ενήλικας στο δωμάτιο να προσπαθήσει όχι απαραίτητα να τους συμφιλιώσει γιατί αυτό είναι αποτέλεσμα επιλογής και δουλειάς, αλλά να δείξει έναν ειρηνικό δρόμο συνύπαρξης. Ότι μπορούν να συνυπάρχουν ως διαφορετικοί χωρίς να κακοποιεί ο ένας τον άλλο. Ένα απλούστατο καθημερινό παράδειγμα, η οδήγηση, Ενώ υπάρχουν κανόνες, πολύ συχνά κάποιοι τους παραβιάζουν, είτε αψηφώντας σημάνσεις, είτε παρκάροντας παράνομα θέτοντας τους εαυτούς τους και άλλους σε κίνδυνο, αλλά και ασκώντας ενός είδους βία στον συμπολίτη τους αφού δεν λαμβάνουν υπόψην τους τον άλλο και τους κανόνες που έχουν συμφωνήσει και οι δύο να τηρούν απέναντι στο νόμο. Ταυτόχρονα, δεν υπάρχει μια 'ενήλικη αστυνόμευση' να επιβάλλει το συμφωνημένο δίκαιο προς διατήρηση της ομαλότητας της κοινωνίας. Γεγονός που επιφέρει τραύμα δευτέρου επιπέδου, γιατί όχι μόνο ασκείται βία, αλλά και επειδή δεν τιμωρείται, συνεχίζει να υπάρχει σαν εφιάλτης ότι θα συνεχίσει να ασκείται συνεχώς Δεν διατείνομαι ότι έχω όλες τις απαντήσεις και λύσεις. Αυτό που ξέρω όμως σίγουρα και το βλέπω συνεχώς δουλεύοντας με ανθρώπους σε βάθος, είναι ότι όταν ανοιγόμαστε στην αλήθεια της ψυχής μας όσο δύσκολη και επώδυνη και αν είναι, τότε βρίσκουμε ειρήνη, ησυχία, κατανόηση, ελευθερία και αγάπη μέσα μας τόσο για τον εαυτό μας όσο και για τους άλλους. Αυτό είναι όλο το ταξίδι της αυτογνωσίας που διατείνονται από θεραπευτές μέχρι γιατροί, coaches και guru, η εξερεύνηση και η απελευθέρωση της ψυχής από τα όποια δεσμά της. Κοινωνίες σε πόλεμο, όποιας μορφής, και κατ' επέκταση σε έλλειψη ευημερίας δεν είναι επειδή οφείλεται στο ταμπεραμέντο ή στην ιδιοσυγκρασία τους, αλλά επειδή ζούν διαρκώς με τον ιό της απειλής και της έλλειψης σεβασμού, δεν έχουν βρεί τον τρόπο και την δύναμη οι πολίτες τους, εσωτερικά και εξωτερικά, να αναγνωρίσουν, να εκφράσουν, να ακούσουν, να νιώσουν, να συγχωρήσουν, να καταλάβουν και να αγαπήσουν όλα τα κομμάτια τους. Με αυτή την έννοια ο εχθρός θα ζεί πάντα πρώτα μέσα και μετά γύρω μας! Με αγάπη, Παναγιώτης Αγαπητέ αναγνώστη,
Ζούμε σε περίεργες εποχές για τον πλανήτη. Σε πολλές χώρες μόλις τώρα βγαίνουμε από έναν αυστηρό κατ' οίκον περιορισμό, όπου για μήνες έπρεπε να θυσιάσουμε την ελευθερία μας για να παραμείνουμε υγιείς και χωρίς επαφή. Ωστόσο, πράγματι κάτι συνέβη και το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να το αναγνωρίσουμε παρά να προσποιούμαστε ότι δεν συνέβη τίποτα και να προσπαθούμε να γυρίσουμε σε μία προηγούμενη γνώριμη κανονικότητα. Η εμφάνιση του ιού έχει αποδείξει δυνατά και καθαρά την ευαλωτότητά μας ή καλύτερα μας την υπενθυμίσε. Η φυσική μας ύπαρξη περιέχει ευαλωτότητα. Είμαστε ευαίσθητοι οργανισμοί που είναι μες ευέλικτοι και καλά προσαρμοσμένοι, αλλά ταυτόχρονα μπορούν εύκολα να πληγωθούν και να καταστραφούν. Επιπλέον, μπορούμε εύκολα να πεθάνουμε εξαιτίας ενός ατυχήματος ή μιας θανατηφόρας ασθένειας. Όσο πιο κοντά φτάνουμε στο θάνατό μας ή στο θάνατο ενός αγαπημένου μας προσώπου, τόσο περισσότερο κάνουμε συνειδητοποιήσεις για τη ζωή μας ή έχουμε την ευκαιρία να το κάνουμε, τουλάχιστον. Από πνευματική οπτική, ο ιός, κατασκευασμένος ή όχι, δεν εμφανίστηκε "τυχαία" αυτή τη στιγμή. Το ανθρώπινο είδος περπατάει έναν αλαζονικό δρόμο εδώ και καιρό καιρό, όπου υποθέτουμε ότι όλη η ύπαρξη είναι εδώ για να μας εξυπηρετήσει και αυτό δεν είναι αλήθεια. Συνυπάρχουμε με τη φύση και ο ένας με τον άλλο. Κανείς δεν είναι ανώτερος ή κατώτερος από τον άλλο. Η απειλή του ιού και ο τρόπος με τον οποίο τον διαχειριζόμαστε, μας δείχνει ότι η ζωή είναι πολύ μεγαλύτερη από ό, τι νομίζαμε ότι ήταν. Έτσι εξελίσσεται το ανθρώπινο πνεύμα. Ήμασταν συνηθισμένοι να συνεχίζουμε και να ζούμε τη ζωή μας στην άγνοια. Αγνοώντας τον αντίκτυπο των επιλογών μας στον πλανήτη και στους άλλους, αγνοώντας τη βαθύτερη φύση και τις επιθυμίες μας, αγνοώντας τον σκοπό μας σε αυτή τη ζωή. Πάνω στον πλανήτη γη και ως φυσικές υπάρξεις λειτουργούμε εντός ορίων. Τα σώματά μας είναι περιορισμένα, οι φυσικές μας ενέργειες είναι περιορισμένες, οι πόροι του πλανήτη μας είναι περιορισμένοι, αλλά ζούμε με την λανθασμένη πεποίηθηση ότι είναι απεριόριστες. Αυτό είναι ένα από τα κύρια παράδοξα της ζωής μας στη γη. Είμαστε απεριόριστες, ατελείωτες, άμορφες ψυχές που έχουν μια φυσική, περιορισμένη, συγκεκριμένης μορφής εμπειρία. Μπορούμε είτε να ενσωματώσουμε αυτήν την φαινομενκή αντίφαση, είτε μπορούμε να συνεχίσουμε να επιλέγουμε να την αγνοούμε, αγνοώντας ταυτόχρονα τα οφέλη μιας τέτοιας ολοκλήρωσης. Παρατηρώ όλο και περισσότερους ανθρώπους πρόσφατα, μετά από αυτή την "κρίση", να αλλάζουν τον τρόπο ζωής τους, να επιλέγουν πιο υγιεινές συνήθειες, να κάνουν αλλαγές σταδιοδρομίας, να διαλύουν ανεπαρκείς σχέσεις, να ερωτευόνται ανθρώπους που νόμιζαν ότι δεν θα μπορούσαν ποτέ και να σχηματίζουν νέες, πιο ουσιαστικές συνδέσεις. Με άλλα λόγια να αποζητούν και να δημιουργούν μια νέα, πιο βελτιωμένη έκδοση του εαυτού τους. Συλλογικά, περάσαμε από την "κόλαση" βιώνοντας μια άγνωστη παγκόσμια απειλή που θα μπορούσε να μας στερήσει το πιο σημαντικό πράγμα, τη ζωή μας και την ευτυχία μας. Μείναμε σε εσωτερικούς χώρους για να προστατευθούμε από το να μολύνουμε ο ένας τον άλλο, από το να πληγώνουμε και να απειλούμε ο ένας τον άλλον, ενώ, σε κάποιο επίπεδο το κάνουμε αυτό για τόσο πολύ καιρό. Στερούμε από τους ανθρώπους την τροφή και την εκπαίδευση, στερούμε από τους ανθρώπους τα ανθρώπινα δικαιώματά τους να ζήσουν τη ζωή που θέλουν να ζήσουν, στερούμε από τους ανθρώπους τη ζωή τους αποφασίζοντας να παραμελήσουμε ή ακόμα και να τους την αφαιρέσουμε. Για τους κβαντικούς φυσικούς είναι γνωστό εδώ και χρόνια ότι το σύμπαν είναι μια μήτρα, ένα matrix. Αυτό που κάνουμε, πιστεύουμε και πράττουμε αντικατοπτρίζεται πίσω σε εμάς και το σύμπαν γνωρίζει όλους τους καλύτερους τρόπους να το κάνει μαγικά! Ρωτήστε όλους αυτούς τους ανθρώπους που αρρώστησαν από αυτοάνοση ή ψυχική ή άλλες ασθένειες, που χρησιμοποιούν το αλκοόλ και ναρκωτικά ως αυτοίαση, που κρύβουν από τους συντρόφους τους, την οικογένειά τους και τους φίλους τους την αλήθεια για το ποιοί είναι. Θα σας πουν το ίδιο πράγμα, εάν είναι ειλικρινείς, ότι έχουν παραμελήσει τον εαυτό τους, ότι δεν (ξέρουν πώς να) αγαπούν τον εαυτό τους αρκετά για να δημιουργήσουν σημαντικές και ικανοποιητικές ζωές. Όταν αγαπάμε πραγματικά τον εαυτό μας και συνδεόμαστε βαθιά με την ύπαρξή μας, τότε είναι αδύνατο να μην αγαπάμε τους άλλους, είναι αδύνατο να μην θέλουμε το καλύτερο (και να προσπαθούμε ενεργά να το κάνουμε να συμβεί) για κάθε άνθρωπο και ζωντανά όντα ως σύνολο, είναι αδύνατο να μην φροντίζουμε τον πλανήτη μας. Είναι σαν να λέτε σε μια μητέρα να μην αγαπά τα παιδιά της. Ίσως δεν τα αγαπά πάντα εξίσου, επειδή είναι άνθρωπος και έχει τη δική της ιδιοσυγκρασια, αλλά τα αγαπά όλα με κάποιο τρόπο. Ως ίσα μέρη ενός συνόλου, το Όλο, είμαστε αδελφοί και αδελφές, είμαστε συγκατοίκοι, είμαστε συν-δημιουργοί, είμαστε όλοι πάροχοι και δέκτες, είμαστε όλοι ισχυροί και ευάλωτοι, όλοι μαζί και ξεχωριστοί, όλοι μοναδικοί και όμοιοι, όλοι όμορφοι και άσχημοι, όλοι σαν θεός και σαν διάβολος, όλοι ελκυστικοί και τρομακτικοί. Αλλά όλοι ζωντανοί και όλοι με εγγενείς ικανότητες να ευδοκιμήσουν! Πραγματικά, μια ψυχή δεν έχει σταθερά όρια, μπορούμε να βιώσουμε έλξη με οποιονδήποτε συνδεόμαστε βαθιά, μπορούμε να γίνουμε ό, τι θέλουμε για να βιώσουμε κάτι νέο, δεν υπάρχει τέλος σε αυτήν την επιθυμία ανακάλυψης νέων βιωμάτων. Τα όρια καθορίζονται μόνο από τη σωματικότητά μας και την ταύτισή μας με αυτό που νομίζουμε ότι είμαστε. Μέχρι να το συνειδητοποιήσουμε αυτό, θα συνεχίσουμε να κρυβόμαστε πίσω από ταυτότητες, περιορισμούς, στερεότυπα, ανεκπλήρωτες ζωές, ψέματα και ούτω καθεξής, αγνοώντας εντελώς όλες τις δυνατότητες και την ομορφιά που προέρχεται από μία ζωή ελευθερίας. Με αγάπη, Παναγιώτης Αγαπητέ αναγνώστη,
Αυτές τις ημέρες είναι το ορθόδοξο Πάσχα, η γορτή του του θανάτου και της ανάστασης μετά από μαρτύριο. Λόγω του συμβολισμού τους αυτές οι μέρες κάθε χρόνο είναι μία ευκαιρία για να αφήσουμε κάτι να πεθάνει μέσα και να αναστηθεί κάτι διαφορετικό, να γεννηθεί κάτι καινούργιο. Συνηθίζουμε αυτές τις μέρες να τις περνάμε με τις οικογένειές μας και ίσως αυτό να μας φέρνει αντιμέτωπους με δυσκολίες και συμπεριφορές που ζούσαμε σε παιδική ηλικία. Μπορεί να μην μας έβλεπαν, να μην μας κατανοούσαν, μπορεί για κάποιους να ήμασταν ασυνήθιστοι, περίεργοι και δύσκολοι. Οι άνθρωποι συνήθως σχετιζόμαστε με κάτι που μας είναι οικείο, δεν το φοβομαστε, μας θυμίζει εμάς, ξέρουμε πώς να το διαχειριστούμε και το κατανοούμε. Αντίθετα, κάτι που είναι διαφορετικό και άγνωστο μπορεί να μας δυσκολεύει να το κατανοήσουμε και να συνδεθούμε μαζί του. Και μετά έχουμε δύο τουλάχιστον βασικές επιλογές: Είτε να δείξουμε περιέργεια να το γνωρίσουμε ακόμα και αν δεν ξέρουμε το πώς ή ακόμα και αν μας φέρνει αντιμέτωπους με δικές μας δυσκολίες, είτε να το απορρίψουμε σχεδόν ολοκληρωτικά αγνοώντας τί πραγματικά είναι. Και είναι αυτή η αδιαφορία ξανά και ξανά που συναντώ στη θεραπευτική σχέση. Αυτή την αδιαφορία που καλείται να αντιμετωπίσει ένα παιδί ως πραγματικότητά του. Οι άνθρωποι που σε φροντίζουν να επιβιώσεις, οι ίδιοι άνθρωποι δεν ενδιαφέρονται για το τί είσσαι πραγματικά. Το παιδί μεγαλώνοντας πρέπει με κάποιο τρόπο να νοηματοδοτήσει αυτήν την αντίφαση, να γεφυρώσει νοηματικά αυτήν την απόσταση ώστε να διατηρήσει μια λογική συνέχεια γύρω και μέσα του. Έτσι, είτε γίνεται εμμονικό με τις ανάγκες του, θεωρώντας ότι έχουν πάντα απόλυτη προτεραιτότητα έναντι των άλλων, είτε παγώνει και δεν ασχολείται πιά με τα συναισθήματα και τις επιθυμίες του και επικεντρώνεται στο πώς θα ικανοποιήσει τις επιθυμίες των άλλων γύρω του, ώστε, όντας ευχαριστημένοι οι ίδιοι, ενδεχομένως να προσέξουν και το ίδιο. Αυτή η ψυχοσύνθεση χτίζεται μέρα με την μέρα σαν τον σκελετό ενός κτιρίου που για να γκρεμιστεί μετά χρειάζεται μπουλντόζα. Έτσι το παιδί γίνεται ένας ενήλικας που χτιζει σχέσεις και μια ζωή ολόκληρη πάνω σε αυτό το μοτίβο, αυτό του καλού παιδιού. Το 'καλό παιδί' που δεν δημιουργεί πρόβλημα, που δεν ζητάει, που δεν ζητάει βοήθεια γιατί ξέρει ότι δεν θα τη πάρει όπως θέλει, δεν αναστατώνει κανέναν με τις απαιτήσεις του, γιατί πολύ απλά δεν έχει και, αν είχε, δεν θα τις ικανοποιούσε κανείς. Αυτόν τον ενήλικα θα το βρείτε συχνά να είναι μόνος του ή σε σχέσεις όπου ο άλλος θα έχει πιό πολύ σημασία. Θα τον βρείτε σε δουλειές που θα πετυχαίνει πολλά ή μόνιμα θα ζητάει από τον εαυτό του να τα πετυχαίνει όλα εξίσου καλά. Δεν θα έχει τέλος αυτή η ανάγκη για επίτευγμα, γιατί αυτή θα είναι πάντα η ευκαιρία του ενήλικα και του παιδιού μέσα του που δεν μεγάλωσε ποτέ, για να τον δούν, να τον καταλάβουν, να τον αγαπήσουν. Γι αυτό τα κάνει όλα αυτά, για την προσοχή, το ενδιαφέρον, την αγάπη και μπορεί να πάει μακριά για να τα πάρει... σχεδόν μέχρι την τρέλα! Πολλές φορές η εξακολουθητική καταπίεση οποιουδήποτε συναισθήματος, επιθυμίας, και ανάγκης ενός ανθρώπου μπορεί να οδηγήσει στην α-σθένεια, εκεί που χάνεται η λογική (παράνοια), το νόημα (κατάθλιψη), η χαρά (αυτοκτονικές τάσεις), η ισορροπία (διπολική διαταραχή). Εκεί που ο άνθρωπος γίνεται τόσο μικρός που σχεδόν δεν μπορεί να πάρει ανάσα (κρίσεις πανικού), εκεί που ο φόβος για καθετί εκτός του ελέγχου του, γίνεται τόσο μεγάλος που τον παραλύει. Εκεί που φόβος του θανάτου και της απώλειας με όποια μορφή παραμονεύει σε κάθε βήμα. Πόσο δύσκολη και φοβική μπορεί να γίνει η ζωή ενός ανθρώπου όταν δεν έχει πάρει την ασφάλεια, την κατανόηση και την αγάπη που χρειάζεται για να εξελιχθεί συναισθηματικά, νοητικά και πνευματικά! Τα καλά νέα είναι ότι αυτοί οι μηχανισμοί, ακριβώς επειδή είναι επίκτητοι και δεν αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της ψυχής ενός ανθρώπου, μπορούν και να αλλάξουν! Φυσικά χρειάζεται δέσμευση και σκληρή δουλειά. Ο,τιδήποτε βαθιά χρήσιμο και σημαντικό, δεν χαρίζεται, θυμηθείτε την τελευταία φορά που δώσατε για ένα δίπλωμα, πόσος κόπος, πόση αγωνία και πόση χαρά που ανταμοίβει αυτόν τον κόπο όταν το πήρατε. Στην προσωπική ανάπτυξη και εξέλιξη εκτός από την θαρραλέα και επίπονη δουλειά, υπάρχει ένα ακόμα στάδιο, αυτό της συγχώρεσης. Όταν έρχεται κάποιος αντιμέτωπος με τις 'αποτυχίες' στη ζωή του, με τα όσα θα ήθελε, άξιζε και δεν πήρε, τότε αρχίζει ένα δικαστήριο μέσα του για να αποδωθεί δικαιοσύνη και να τιμωρηθεί όποιος βρεθεί ένοχος. Υπάρχει θυμός και μίσος, είναι αυτή η δυνατή ενέργεια της φωτίας, που λέει 'μ' αδίκησες, με πρόδωσες, δεν με είδες, αξίζω, είμαι δυνατός, είμαι όμορφος, δεν είμαι κακός, δεν υπάρχει κάτι κακό στο πώς αισθάνομαι και στο τί νιώθω'. Χωρίς αυτό το στάδιο του θυμού, του πένθους για το τί δεν υπήρξε, της καταστροφής, του 'μαρτυρίου', δεν μπορεί να υπάρξει το προαναφερθέν στάδιο, αυτό της συγχώρεσης. Συγχωρώ σημαίνει κατανοώ, αποδέχομαι, βλέπω. Βλέπω ότι και ο άλλος είναι πληγωμένος και δεν μπορούσε, βλέπω ότι ζουμε ακόμα σε κοινωνίες και οικογένειες όπου ο ένας τρόπος ύπαρξης παίρνει μεγαλύτερο σεβασμό και αγάπη από έναν άλλο τρόπο ζωής. Οπότε σε ένα βαθμό όλοι είμαστε πληγωμένοι, όλους κάπου δεν μας έχουν δεί και εκτιμήσει, κάποτε που δεν ήθελαν και κάποτε που δεν μπορούσαν. Κάθε χρόνο στην Ανάσταση η ευχή μου είναι ίδια από μικρό παιδί. Αγάπη προς οτιδήποτε υπάρχει. Η αγάπη έχει και κατανόηση και σεβασμό και αποδοχή και δυσκολία. Αγαπώ σημαίνει βλέπω και ζω εμένα και τον άλλο ως ίσους, όχι ίδιους, ίσους απέναντι στη ζωή, στις ευκαιρίες, στην ύπαρξη. Καλή Ανάσταση σε όλους! Με αγάπη, Παναγιώτης Αγαπητέ αναγνώστη,
Με κάθε άρθρο προσπαθώ να επεξεργαστώ ένα θέμα, να ανακουφίσω έναν πόνο και να μοιραστώ τη διαδικασία μου κατανόησης της ύπαρξης. Το σημείο εκκίνησης είναι συχνά ένα ανησυχητικό συναίσθημα που δεν μου επιτρέπει να ηρεμήσω ή να είμαι σε ειρήνη. Ξέρω ότι πρέπει να ακολουθήσω αυτό το συναίσθημα μέχρι να με οδηγήσει σε έναν τόπο κατανόησης και, ως εκ τούτου, ειρήνης. Είναι σαν να είσαι με ένα φίδι που μέχρι να μάθεις πώς λειτουργεί, αισθάνεσαι διαρκώς υπό την απειλή του! Σήμερα, έχω συναντήσει το φίδι της "ευθύνης και της αυτο-κακοποίησης". Ένα ισχυρό και επικίνδυνο φίδι του οποίου το δηλητήριο είναι σημαντικά πιο ισχυρό και ικανό από των άλλων. Ξέρω αυτό το φίδι αρκετά καλά. Δεν ξέρω αν προέρχεται, αλλά σίγουρα ευδοκιμεί στην Ελλάδα. Πώς αλλιώς μπορεί κανείς να εξηγήσει τον συνεχή συντηρητισμό που συνεχίζει να αναδύεται και να κυβερνά αυτή τη "ενδιάμεση" χώρα; 'Ενδιάμεση' επειδή ανήκει ταυτόχρονα στην Ανατολή και στη Δύση, δύο αντίθετα του φάσματος της φυσικής ύπαρξης. Νομίζω ότι έχω περιγράψει εκτενώς σε προηγούμενα άρθρα πώς οι σύγχρονοι Έλληνες - στην πλειοψηφία τους τουλάχιστον-συμπεριφέρονται σαν ανεύθυνοι έφηβοι που αρνούνται να μεγαλώσουν και να δημιουργήσουν μια ενήλικη ζωή. Κατηγορούν συνεχώς κάποιον άλλο για πράγματα που έχουν και οι ίδιοι ευθύνη, καλούν πάντα κάποιον άλλο να τους βοηθήσει όταν οι αποφάσεις τους έχουν πάει άσχημα, θέλουν κυρίως να διασκεδάζουν με μια εύκολη ζωή, θέλουν κυρίως να αισθάνονται χαρά και όχι όλα αυτά τα άλλα αρνητικά συναισθήματα, θέλουν να είναι αρεστοί και ελεύθεροι, μη βλέποντας ότι αυτά τα δύο δεν πάνε πάντα μαζί, αποφεύγουν με κάθε κόστος οποιαδήποτε συνέπεια για τις πράξεις τους και ούτω καθεξής. Όπως ένας "φροντιστικός γονέας", προσπαθώ εκτενώς να κατανοήσω τους λόγους πίσω από αυτή τη συμπεριφορά και να βρω τρόπους να απαντήσω σε αυτή με έναν εύστοχο και ώριμο τρόπο. Σήμερα μελετώντας την ανοχή που δείχνουν οι Έλληνες σε όλους τους ολοκληρωτικούς κανόνες που τους έχουν επιβληθεί εδώ και καιρό, έκανα μία συνειδητοποίηση! Η (συλλογική) ελληνική ψυχή πάσχει από το "σύνδρομο της Στοκχόλμης". Το "σύνδρομο της Στοκχόλμης" πήρε το όνομά του από μια ληστεία στη Σουηδία το 1973 όπου 4 άτομα κρατήθηκαν όμηροι για 6 ημέρες από δύο ληστές. Μετά την απελευθέρωσή τους αρνήθηκαν να καταθέσουν εναντίον των απαγωγέων τους και μάλιστα βοήθησαν να συγκεντρώσουν χρήματα για την υπεράσπισή τους. Είναι το σύνδρομο όπου ένα κακοποιημένο άτομο κατά τη διάρκεια μιας χρονικής περιόδου αναπτύσσει συναισθήματα δεσμού για τον κακοποιό του. Οι ψυχολόγοι και οι επαγγελματίες του ιατρικού τομέα το χαρακτήρισαν ως ψυχολογική απάντηση, "έναν μηχανισμό αντιμετώπισης ή έναν τρόπο να βοηθηθούν τα θύματα να χειριστούν το τραύμα μιας τρομακτικής κατάστασης"(www.healthline.com/health/mental-health/stockholm-syndrome#history). Πώς σχετίζεται αυτό με την ελληνική ψυχολογία; Σκεφτείτε τους εαυτούς σας ότι εδώ και δεκαετίες ζούν υπό την ψευδαίσθηση ότι υπάρχει πρόοδος στη χώρα σας, ότι όλοι έχουν μια καλύτερη ζωή, ότι υπάρχει εξέλιξη και ανάπτυξη σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας και ούτω καθεξής, ενώ ταυτόχρονα υπάρχει τεράστια κυβερνητική διαφθορά, ψέματα, κατάχρηση εξουσίας, κλοπή δημόσιου χρήματος, άρνηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ούτω καθεξής. Αυτές είναι δύο διαφορετικές πραγματικότητες. Από τη μία πλευρά, θα αισθανόσασταν ανυψωμένοι, ελεύθεροι, ισχυροί και, από την άλλη πλευρά, ανίσχυροι, εξαπατημένοι, ξεγελασμένοι και καταθλιπτικοί. Αυτή είναι η θαυμάσια σχιζοειδής θέση που η ελληνική ψυχή βιώνει εδώ και λίγο καιρό. Για δεκαετίες οι πολιτικοί ζητούν τις ψήφους μας με τα ίδια ψέματα ξανά και ξανά και εκλέγουμε τους ίδιους ξανά και ξανά. Είναι σαφές για μένα τώρα ότι πρέπει να αισθανόμαστε σαν όμηροι ενός πολιτικού συστήματος που είναι υπεύθυνο για τη ζωή μας και έχουμε αναπτύξει συναισθήματα και δεσμούς μαζί τους ως μηχανισμό αντιμετώπισης του συνεχούς τραύματος. Ένας όμηρος είναι δέσμιος και ανίσχυρος, η ζωή του εξαρτάται από κάποιον άλλο παρά τη θέλησή του. Όταν κάποιος κρατείται σε αιχμαλωσία, έχει δύο επιλογές, είτε να διαμαρτυρηθεί και να αγωνιστεί για δικαιοσύνη και ελευθερία είτε να υποκύψει στην εξουσία και να παίξει ένα σκοτεινό και επικίνδυνο παιχνίδι για να επιτύχει μια μέρα την επιθυμητή απελευθέρωση. Και οι δύο στρατηγικές έχουν συνέπειες, για παράδειγμα, αν κάποιος αγωνίζεται για την ελευθερία του, μπορεί να σκοτωθεί. Η τελευταία στρατηγική, ωστόσο, μπορεί να αποδειχθεί επικίνδυνη με διαφορετικό τρόπο, καθώς ο όμηρος μπορεί πράγματι να ξεχάσει την επιθυμία για ελευθερία και να καταλήξει να είναι "όμηρος με θέλησή του". "Δική του θέληση" επειδή η κατάσταση στην οποία ζεί μπορεί να έχει αποκτήσει κάποιο νόημα και οφέλη γι ' αυτόν, ξεχνώντας ότι συνολικά η κατάσταση του τον περιορίζει. Όταν τα χρήματα συνέχιζαν να έρχονται, σχεδόν όλοι έγιναν διεφθαρμένοι στην Ελλάδα. Είναι σαν ένα Σαββατοκύριακο με τους "γονείς μακριά", όπου φυσικά οι έφηβοι θα πίνουν συνεχώς, θα παίρνουν ναρκωτικά και θα διασκεδάζουν. Αυτό το Σαββατοκύριακο κράτησε για δεκαετίες στην Ελλάδα! Τελικά, οι γονείς ξεχάστηκαν και έγινε μια τοξική κατάσταση όπου το αλκοόλ και τα ναρκωτικά έγιναν μια κανονική ρουτίνα αυτο-κατάχρησης. Σταματήσαμε να αμφισβητούμε τις αρχές, σταματήσαμε να επικρίνουμε εποικοδομητικά τις αποφάσεις, σταματήσαμε να ζητάμε δικαιοσύνη, ειλικρίνεια και διαφάνεια, σταματήσαμε να γνωρίζουμε τι είναι σωστό και λάθος για εμάς. Σταδιακά γίναμε μουδιασμένοι, μπερδεμένοι, ναρκωμένοι εξαιτίας της ενοχής που έχουμε ότι και εμείς συμμετείχαμε στο πάρτυ (και στις εκλογές!), έτσι πώς μπορούμε να κατηγορήσουμε κάποιον άλλο; Μάθαμε να είμαστε μέρος αυτής της ευκαιριακής omerta σε αντίθεση με την επένδυση στο δικό μας και στο μέλλον των παιδιών μας. Εκπλήσομαι ξανά και ξανά όταν οι άνθρωποι στα κοινωνικά μέσα δικτύωσης απλώς επαναλαμβάνουν κυβερνητικές ομιλίες παραλείποντας πληροφορίες που αλλάζουν εντελώς την συνολική εικόνα. Όπως για παράδειγμα τον αυξανόμενο αριθμό των κρουσμάτων covid, χωρίς την πληροφορία ότι υπάρχει ένα σύστημα υγείας χωρίς ενίσχυση. Είναι σαν να ζουν σε μια σπηλιά για τόσο πολύ καιρό και δεν φαντάζονται καν την πιθανότητα να δούν προς την κατεύθυνση του φωτός; φανταστείτε πόσο απειλητικό πρέπει να είναι και πόσο μπορεί να αλλάξει τη η ζωή τους! Εδώ δεν αναφέρομαι σε κάποιο συγκεκριμένο πολιτικό κόμμα, αλλά στον μηχανισμό άρνησης και μονομέριας για ο,τιδήποτε διαφορετικό που απειλεί την όποια ιστορία που λέμε στον εαυτό μας. Το πιο δύσκολο πράγμα που πρέπει να κατανοήσουμε είναι ότι ο ίδιος μηχανισμός λειτουργεί, πρώτα από όλα, εσωτερικά. Καθώς οι οικογενειακοί δεσμοί είναι μια από τις ισχυρότερες αξίες της ελληνικής κοινωνίας, δεν θυμώνουμε τμε ους γονείς μας από φόβο μήπως τους αναστατώσουμε και χάσουμε την αγάπη τους, δεν τους λέμε και δεν τους δείχνουμε ποιοι είμαστε από φόβο της απόρριψης και της απώλειας υποστήριξης, δεν διαφωνούμε και δεν αντιμετωπίζουμε τις συνέπειες των πράξεών μας από φόβο μην μείνουμε μόνοι και χωρισμένοι από τη μονάδα. Καταλήγουμε να γινόμαστε όμηροι του εαυτού μας και καταπιέζουμε τον εαυτό μας μέρα με τη μέρα. Μαθαίνουμε να πιστεύουμε ότι είμαστε αυτό που άλλοι θέλουν να είμαστε. Ταυτιζόμαστε συνεχώς με το θύμα, επειδή ξεχάσαμε ότι είμαστε και οι ίδιοι θύτες εναντίον του εαυτού μας και των αγαπημένων μας. Πίσω πάλι σε έναν άλλο φαύλο κύκλο όπου φαίνεται να μην υπάρχει τέλος. Όταν έψαξα για μια λύση, μια διέξοδο, το κύριο πράγμα που ήρθε στο μυαλό ήταν... η συγχώρεση. Ίσως αυτό μας εμποδίζει να παραδεχτούμε τα λάθη μας, τις αδυναμίες μας, τα ελαττώματά μας, τις παραλείψεις μας, τις πράξεις μας. Ναι, έχουμε πληγώσει τους εαυτούς μας. Οι κυβερνήσεις και οι δημόσιες αποφάσεις είναι μόνο ένα εξωτερικό σύμπτωμα, η ασθένεια ζει πολύ βαθύτερα μέσα μας και εκεί πρέπει να γίνει η θεραπεία και η κάθαρση. Το να συγχωρούμε τον εαυτό μας είναι το εισιτήριο πίσω στον εαυτό μας, στην ολότητά μας. Είμαστε άνθρωποι, είμαστε επιρρεπείς σε λάθη, δεν ξέρουμε τα πάντα, αλλιώς δεν θα υπήρχε τίποτα να μάθουμε στη ζωή. Είμαστε, επίσης, άνθρωποι όταν παραδεχόμαστε τα "λάθη" μας, όταν παραδεχόμαστε ότι οι πράξεις μας βλάπτουν τον εαυτό μας και τους άλλους και αναλαμβάνουμε την ευθύνη για αυτές τις ενέργειες. Συγχώρεση σημαίνει να γίνουμε απόλυτα ειλικρινείς, να κατανοούμε τους εαυτούς μας και να τους προσφέρουμε επιλογές, να αναγνωρίζουμε ό,τι δεν μας εξυπηρετεί πια και να είμαστε γενναίοι να αλλάξουμε διαδρομή, να τους δώσουμε τη ζωή και τις ευκαιρίες που αξίζουν πέρα από τους περιορισμούς του παρελθόντος. Να προσφέρουμε όλα αυτά τα πράγματα και σε άλλους ανθρώπους. Η τελική ευθύνη είναι πράγματι προς τον εαυτό μας και τις ψυχές μας. Κάναμε ό, τι μπορούσαμε; Αγαπάμε τον εαυτό μας και τους άλλους αρκετά ή απλά εκμεταλλευόμαστε τα πάντα για την ευχαρίστησή μας; Δίνουμε τους αγώνες της καρδιάς μας ή διαλέξαμε την εύκολη διαδρομή; Προσπαθούμε για αυτό που είναι σημαντικό για εμάς ή ακολουθούμε αυτό που είναι σημαντικό για τους άλλους; Συγχωρούμε και, ταυτόχρονα, τιμωρούμε τους απαγωγείς ή συνεχίζουμε να ζούμε αλληλοεξαρτώμενοι μαζί τους φοβούμενοι ότι αν κάποιος τιμωρηθεί, τότε θα είμαστε οι επόμενοι χωρίς τέλος σε αυτό; Τολμάμε να καθαρίσουμε την ψυχή μας από τα βάρη της και να την αφήσουμε να ταξιδέψει πληγωμένη, περήφανη και λαμπερή ή συνεχίζουμε να την πληγώνουμε προσποιούμενοι ότι είναι καθαρή, λειτουργική και "ολόκληρη". Με αγάπη, Παναγιώτης Αγαπητέ Αναγνώστη,
Σήμερα θα προσπαθήσω να συνδυάσω μερικά σημαντικά θέματα που αισθάνομαι ότι είναι αυτές τις μέρες παρόντα μπροστά στα μάτια μας και, όμως, κάπως κρυμμένα από το να τα βλέπουμε πραγματικά. Η "ψυχή" δεν είναι ένας εύκολος όρος για να οριστεί, καθώς υπάρχει ένα μυστικιστικό στοιχείο σε αυτήν. Μπορούμε να επιχειρήσουμε να κατανοήσουμε μια ψυχή σαν ένα άμορφο σφουγγάρι που συνεχώς απορροφά και απελευθερώνει στοιχεία από και προς το περιβάλλον της. Όπως κάθε ζωντανός οργανισμός λειτουργεί με μια διαδικασία "εισόδου" και "αποβλήτων". Αποτελείται από συγκεκριμένα υλικά (ιδιότητες) όπως σκληρότητα, πυκνότητα, χρώμα, μυρωδιά και ούτω καθεξής. Μέσα από διάφορες αλληλεπιδράσεις και διαδικασίες αυτές οι ιδιότητες αλλάζουν συνεχώς, ως εκ τούτου, μπορούμε να πούμε ότι η ψυχή είναι ένα δυναμικό και όχι ένα στατικό και σταθερό ον. Κάθε εμπειρία και τα συναισθήματα που την συνοδεύουν έχουν αντίκτυπο και συνέπεια σε αυτό το "σφουγγάρι". Η δράση που κάνουμε ως απάντηση είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Είναι η εκδήλωση μέρους του εσωτερικού κόσμου κάποιου και όχι ολόκληρου του κόσμου του. Είναι ο τρόπος για να υπάρξει κάποιος εκείνη τη στιγμή ως απάντηση στην αρχική εμπειρία. Η εμπειρία και το συναίσθημα του αρχικού 'γεγονότος', αλληλεπιδρούν με την υπάρχουσα δομή του σφουγγαριού και με κάποιο τρόπο την επηρεάζουν. Επιπτώσεις που μπορεί να είναι μόνιμες ή προσωρινές, βαθιές ή επιφανειακές, διαχειρίσιμες ή συντριπτικές και ούτω καθεξής. Σε κάθε περίπτωση, υπάρχει μια αλλαγή, η εμπειρία έχει αφήσει το σημάδι της και γίνεται μέρος της ιστορίας των μετασχηματισμών που περνάει αυτή η ψυχή. Είναι πραγματικά μαγικό αν το σκεφτούμε, ότι με κάθε εμπειρία αλλάζουμε, γινόμαστε κάτι καινούργιο, μια νέα σύνθεση, μια νέα συνθήκη, ένα νέο δυναμικό! Με βάση αυτή τη νέα σύνθεση ανταποκρινόμαστε στην συγκεκριμένη εμπειρία και τις ακόλουθές της. Μέσω της δράσης κάποιος ασκεί τη δύναμή του, την ισχύ του, τη εξουσία του πάνω σε κάτι. Δείχνουμε τον εαυτό μας, κάνουμε τον εαυτό μας γνωστό, μέσω των ενεργειών μας υπάρχουμε. Επίσης, υπάρχουμε μέσα από τις εσωτερικές μας εμπειρίες, τον εσωτερικό μας κόσμο. Όταν οι εμπειρίες, τα συναισθήματα και οι πράξεις κάποιου δεν φαίνονται και αναγνωρίζονται από τον εαυτό τους ή/και από κάποιον άλλο, τότε είναι σαν να μην υπάρχουν. Φανταστείτε ότι υπάρχει ένα παιδί που προσπαθεί να έρθει σε επαφή με το περιβάλλον του για να εκφράσει τις ανάγκες του, τα συναισθήματά του και δεν υπάρχει απάντηση σε αυτά από τους γονείς του. Τι θα γίνει μετά; Δεν υπάρχει καθρέφτης, καμία αναγνώριση, κανένα φως που ρίχνεται στο σκοτάδι του, παραμένει κρυμμένο στη σπηλιά του, κυρίως σωματικά μόνο ζωντανό. Αυτό το παιδί θα μεγαλώσει σε έναν ενήλικα με πολύ λίγη, εάν καθόλου, επαφή με τις βαθιές εσωτερικές εμπειρίες του και την επίδρασή τους στην ψυχή του. Με λίγη ή καθόλου επαφή και με τις αντίστοιχες εμπειρίες άλλων ανθρώπων, δέσμιο σε έναν περιορισμένο κόσμο. Αυτός ο περιορισμένος εσωτερικός κόσμος, κατά συνέπεια, θα εκδηλωθεί με τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις ενέργειές που θα αντιπροσωπεύουν την εσωτερική τους πραγματικότητα. Μπορείτε να δείτε παραδείγματα αυτού στον σημερινό κόσμο; Πώς ίσως έχουμε δώσει προτεραιότητα στα χρήματα σε σχέση με άλλες αξίες όπως η υγεία και η εκπαίδευση; Πώς ίσως εξακολουθούμε να θεωρούμε κάποιους ανθρώπους λιγότερο άξιους με λιγότερα δικαιώματα από εμάς; Πώς ίσως αντιμετωπίζουμε συχνά ο ένας τον άλλον με κατάκρίση και έλλειψη σεβασμού; Όλοι μας, είτε το γνωρίζουμε και το τιμούμε είτε όχι, έχουμε τη δυνατότητα μιας πολύ πλούσιας εσωτερικής και εξωτερικής ζωής. Εάν η ύπαρξη μιας τέτοιας ζωής είναι μία από τις αξίες μας, τότε, φαντάζομαι ότι θα προσπαθήσουμε συνειδητά να την θρέψουμε, να την τροφοδοτήσουμε, θα σπείρουμε και θα θερίσουμε ξανά και ξανά, ανεξάρτητα από το πόσο δύσκολο μπορεί να είναι αυτό. Θα πάρουμε την ευθύνη του πεδίου της ύπαρξής μας, της ψυχής μας και θα την τιμήσουμε κρατώντας τη ζωντανή, καλά διατηρημένη και σε ανάπτυξη. Για οποιονδήποτε λόγο, αυτό μπορεί να μην είναι ο στόχος για όλους στη γη. Μερικοί άνθρωποι μπορεί να δίνουν προτεραιότητα σε άλλα πράγματα όπως η επιβίωση, η συσσώρευση πλούτου, η ευχαρίστηση και ούτω καθεξής. Είναι η άσκηση της ελευθερίας τους να το πράξουν, είναι δικαίωμά τους και είναι δικαίωμα άλλων ανθρώπων να δώσουν προτεραιότητα σε άλλες αξίες. Τι συμβαίνει τότε όταν αυτά τα δύο σύνολα ανθρώπων ζουν δίπλα-δίπλα; Μπορούν να επιλέξουν να ζούν χωριστά, μπορούν να πολεμούν ασταμάτητα μεταξύ τους ή μπορούν να έρθουν σε μια βασική συμφωνία. Μπορούμε να πιάνουμε τον εαυτό μας να αισθανόμαστε θυμωμένοι και να μισούμε κάποιους για αυτό που αντιπροσωπεύουν, για το τι έχουν κάνει ή δεν μας έχουν κάνει και δικαίως, αν αυτή η εμπειρία έχει προκαλέσει κάποια επώδυνη αλλαγή στην ψυχή μας και τον τρόπο με τον οποίο υπάρχουμε στον κόσμο: μπορεί να τραυματιστούμε, ίσως να έχουμε λιγότερη εμπιστοσύνη στους ανθρώπους, ίσως να φοβόμαστε περισσότερο ότι κάτι κακό θα μας συμβεί ξανά και ούτω καθεξής. Αυτά τα συναισθήματα δημιουργούν μια σκοτεινή επίδραση στην ψυχή μας, ότι η ζωή είναι επικίνδυνη και οι άνθρωποι μπορούν να μας βλάψουν ανά πάσα στιγμή. Όσο αληθινό και αν μπορεί να είναι αυτό, μπορούμε επίσης να αποφασίσουμε να εξακολουθούμε να διακινδυνεύουμε να εμπιστευόμαστε άλλους ανθρώπους που εκπληρώνουν με αυτόν τον τρόπο τις επιθυμίες μας, χωρίς να αφήνουμε τις εμπειρίες του παρελθόντος να καθορίζουν τις μελλοντικές μας αποφάσεις. Σε ένα ενστικτώδες επίπεδο το παιδί που δεν το βλέπουν για αυτό που βιώνει, εκφράζει και θέλει, φωνάζει και ορίεται, απαιτεί αυτό που του αξίζει, δεν παραιτείται μέχρι να πετύχει αυτό που θέλει. Αυτή είναι η άγρια φύση των παιδιών που συχνά σιωπάμε με γλυκά, με απότομες φωνές, με έντονες προσταγές κ.ά. Το κάνουμε συχνά επειδή μας θυμίζει την εξημερωμένη άγρια φύση μας που ξεχάσαμε για να ζήσουμε μια μέτρια και συμβατική ζωή. Είναι το άθροισμα όλων αυτών των καταπιεσμένων άγριων που υποκύπτει σε "ανώτερες δυνάμεις" και περιορισμούς, που λέει σε άλλους ανθρώπους ότι αυτό που κάνουν όταν διαμαρτύρονται είναι λάθος, αυτό που κάνουν όταν δημιουργούν μια διαφορετική ζωή από τη δική μας είναι ανησυχητικό, αυτό που κάνουν όταν προτείνουν κάτι νέο είναι μάταιο. Μια ψυχή όπως σχεδόν ο,τιήποτε άλλο δεν είναι απαραίτητα καλή ή κακή από μόνη της. Ανθίζει μάλλον όταν γίνεται ορατή και αγαπιέται ή μικραίνει όταν κρύβεται και μισιέται! Όταν γινεται ορατή και αγαπιέται, δεν έχει κανένα λόγο να επιτεθεί ή να περιορίσει τον εαυτό της ή οποιονδήποτε άλλο, επειδή ξέρει πόσο σημαντική είναι η ελευθερία και ο σεβασμός γι ' αυτήν. Όταν γινεται ορατή και αγαπιέται, δεν επιβάλλει σε άλλους ανθρώπους να κάθονται ακίνητοι, επειδή ξέρει πόσο σημαντική είναι η εξέλιξη. Όταν γινεται ορατή και αγαπιέται, δεν λέει σε κανέναν άλλο ποιόν και πώς να αγαπά και ποιον όχι, επειδή γνωρίζει το εύρος της αγάπης. Όταν γινεται ορατή και αγαπιέται, μπορεί να δεχτεί την επιβίωση, τις αποτυχίες και τα μαθήματα ως σημαντικά μέρη της ζωής, καθώς εκτιμά τη δική της και τη ζωή όλων των άλλων όπως ξεδιπλώνονται. Το να είναι κανείς άγριος δεν σημαίνει απαραίτητα να ζεί στα άκρα, όπως μας έχουν πει οι συλλογικά εξημερωμένες πλευρές μας. Η αγριότητα είναι μια αναγκαιότητα της ψυχής, ένα από τα υλικά του "σφουγγαριού". Θέλει να είναι ελεύθερη να εκφραστεί, να εξερευνήσει, να διμαρτυρηθεί, να γίνει, να αλληλεπιδράσει, να μάθει και να αναπτυχθεί μέσα από την εμπειρία της ζωής και των άλλων. Διαφορετικά, γίνεται άθλια, αγανακτισμένη, άσχημη, απογοητευμένη, χαμένη και νεκρή. Αυτή η Αγριότητα πάει πέρα από το ουρλιαχτό και τις απαιτήσεις του παιδιού στη συνάντηση και στην ενότητα με την αληθινή και ελεύθερη φύση του Εαυτού. Πότε ήταν η τελευταία φορά που ακούσατε την αγριάδα σας; Με αγάπη, Παναγιώτης Αγαπητέ αναγνώστη,
Η ελληνική κοινωνία συνεχίζει να συγκλονίζεται από τις συνεχείς αποκαλύψεις ανθρώπων που δέχτηκαν ως ανήλικοι ή ενήλικες σεξουαλική παρενόχληση ή/και κακοποίηση από ανθρώπους εξουσίας στον τομέα τους. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι τέτοιου τύπου συμπεριφορές, ειδικά όταν πρόκειται για ανήλικους είναι κατακριτέες και αξίζουν τιμωρίας. Δε νομίζω να υπάρχει κανείς που να χαρακτηρίζει αυτές τις πράξεις ως σωστές, έντιμες και ηθικές ή να μη ζητά την τιμωρία αυτών που τις τέλεσαν. Όχι μόνο για τη δικαιοσύνη των θυμάτων, αλλά και για τον παραδειγματισμό των συγκεκριμένων και άλλων, ώστε να αποφευχθούν αντίστοιχα περιστατικά στο μέλλον. Το σχόλιό μου εδώ δεν αφορά σε κάτι που, για μενα, είναι προφανές, το καταδικαστέο των πράξεων, αλλά αυτό το κρυφό, το 'ανάμεσα στις λέξεις', αυτό που μας ξεφεύγει για να γίνει η εικόνα ολόκληρη (αν κάτι τέτοιο μπορεί να επιτευχθεί ποτέ). Η ελληνική κοινωνία, δε, έχει παράδοση στο να αποφεύγει το 'τυφλό' της σημείο, αυτό που τη δυσκολεύει και δε ξέρει να αντιμετωπίσει. Ακούω εδώ και μέρες τις περιγραφές των θυμάτων, τα σχόλια δημοσιογράφων που έχουν αναλάβει το ρόλο ντεντέκτιβ (δεν αποδίδουν δικαιοσύνη, αλλά συλλέγουν πληροφορίες για εκείνη), τις γνώμες και σκέψεις ανθρώπων που έχουν κάποιο δημόσιο βήμα συμπεριλαμβανομένων και των κοινωνικών δικτύων. Τα αφήνω όλα να περάσουν από μέσα μου σα μιά μηχανή που έχει μάθει απο το κρέας να βγάζει κιμά και από το ρούχο, τον λεκέ προς χάρη της αλήθειας και της προσωπικής σοφίας, αν θέλετε. Αυτό που δεν ακούω ή δεν ακούω αρκετά είναι (και πάλι) η ατομική και συλλογική ευθύνη. Μπορείτε να με χαρακτηρίσετε εμμονικό με την ευθύνη, αλλά το θεωρώ ίσως τον πιό σημαντικότερο παράγοντα που ορίζει έναν ενήλικα, έναν ώριμο, δηλαδή, άνθρωπο που έχει κάποια εφόδια να διαχειριστεί αποτελεσματικά και προς όφελός του τη ζωή του και τις αντιξοότητές της. Ανήλικοι βιάζονταν και κακοποιούνταν για χρόνια μέσα στην κοινωνία, κάτω από και μέσα στη 'μύτη' της, όταν η ίδια γλένταγε στα μπουζούκια και κυνήγαγε πώς θα βγάλει περισσότερα λεφτά. Επαναλαμβάνω ότι δε παίρνω στιγμή την προσοχή από το εγκληματικό των πράξεων, αλλά ρωτώ: που ήταν οι γονείς, οι δάσκαλοι, τα αδέρφια, οι φίλοι, οι συνάδελφοι, οι γείτονες, οι διευθυντές κ.λ.π.; Πώς μία κοινωνία διαφυλάσσει την υγεία, σωματική, ψυχική και πνευματική, των ανήλικων και ενήλικων πολιτών της; Πώς γίνεται επί σειρά ετών παιδιά να βρίσκουν τη δύναμη να λένε ψέματα στις οικογένειές τους για το πού πηγαίνουν, αλλά να μη βρίσκουν το δρόμο να τους πουν επίσης και την αλήθεια, που μπορεί να μην καταλάβαιναν πόσο τους πλήγωνε, αλλά εξακολουθούσε να ήταν η αλήθεια που τους συνέβαινε; Μου φαίνεται εξαιρετικά δύσκολο να συνέβαινε αυτό στο μικρό μου αδερφό και να μην είχα καταλάβει κάτι. Όχι γιατί είμαι διάνοια ή πεφωτισμένος, αλλά γιατί είχα τα μάτια μου εκεί, σ έναν άνθρωπο που αγαπώ και ήταν σε τρυφερή ηλικία, του μίλαγα, προσπαθούσα να καταλάβω πώς σκέφτεται και τί μπορεί να τον απασχολεί (γενικά). Γενικά, είναι πιό εύκολο να καταδικάζουμε κάποιον ως το 'πρόβλημα', το 'μαύρο πρόβατο', τον απόλυτο φταίχτη ξεχνόντας ότι και αυτός μεγάλωσε και ζει στην ίδια κοινωνία με εμάς και τρέφεται απο την υγεία και την αρρώστια της, όπως και εμείς. Ξεχνάμε εύκολα ότι όλοι δυνητικά είμαστε ικανοί για όλα και ότι το 'τέρας' ζεί με ένα τρόπο μέσα σε όλους μας. Και το ξέρουμε βαθιά αυτό, γιατί ακριβώς θυμώνουμε τόσο πολύ με τέτοια πράγματα. Γιατί σε ένα βαθμό προσπαθούμε να καλύψουμε αυτό που δεν κάναμε συνολικά για να το αποτρέψουμε, αλλά και την παραδοχή ότι ο πολιτισμός ή η όποια εξημέρωση, δεν είναι μία εφάπαξ, αλλά μία συνεχή διαδικασία. Θεωρώ βαθιά υποκριτικό και παθογενές (όσο και καθαρτικό) το γεγονός ότι μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας μηδενίζει τώρα ανθρώπους που προηγούμενα είχε ως 'θεούς' και προσκύναγε. Ναι, δεν ήξερε τί έκαναν πίσω από κλειστές πόρτες, αλλά και δε θέλησε να μάθει. Άκουγε ύποπτους ψιθύρους και δε μίλησε ποτέ. Είναι πιό εύκολο να βάζει κάποιος άλλος το χέρι στην υπόνομο από εμάς. Δε με ενδιαφέρει να 'δικάσω' εδώ κανέναν, αλλά θεωρώ σημαντικό να τονίσω τη σημασία της ευθύνης και του αναστοχασμού. Η κακοποίηση, όποια μορφή και να έχει, αποτελεί την παραβίαση ορίων και συχνά παρουσιάζεται ως 'διπλό μήνυμα'. Κανένας κακοποιητής δε θα πεί 'τωρα σε κακοποιώ', αλλά θα προσπαθήσει να παρουσίασει την πράξη του ως 'σωστή', είτε επειδή είναι απόρροια αγάπης, είτε επειδή το θύμα θα έχει κάποιο όφελος κλπ. Για αυτό συχνά τα θύματα, ειδικά οι ανήλικοι, δυσκολεύονται να καταλάβουν τι συμβαίνει, γιατί τους παρουσιάζεται ως πράξη ενδιαφέροντος και αγάπης που έρχεται σε αυθεία αντίθεση με τη δική τους εμπειρία. Γεγονός που προκαλεί σύγχυση, ενοχές κλπ. Στην κλινική ορολογία, μορφή κακοποίησης (abuse) είναι και η παραμέληση (neglect) και φαίνεται ότι σε πολλές περιπτώσεις αυτό συνέβη ως δεύτερο επίπεδο κακοποίησης στα θύματα από το περιβάλλον τους. Και πονάει πολύ ατομικά και συλλογικά να το σκεφτεί, να το ενσωματώσει και να το αλλάξει κανείς αυτό. Δε μαθαίναμε/μαθαίνουμε στα παιδιά μας να αγαπάνε τον εαυτό τους πέραν και πάνω από κάθε φιλοδοξία και να ορθώνονται ίσοι απέναντι σε κάθε ειδικό από οποιονδήποτε χώρο και σε κάθε εξουσία. Δε μαθαίναμε/μαθαίνουμε στα παιδιά μας πώς είναι κάθε στιγμή να έχουν επιλογές, την επιλογή να μείνουν ή να φύγουν από μία κατάσταση και να ορίζουν τα ίδια τη ζωή τους ανα πάσα στιγμή. Δε μαθαίναμε/μαθαίνουμε τα παιδιά μας να εξασκούν τη δική τους κρίση, να πιστεύουν το ένστικτό τους και, κυρίως, να εμπιστεύονται τον εαυτό τους ότι και αξίζουν και μπορούν να έχουν αυτο που θέλουν. Δε μαθαίναμε/μαθαίνουμε στα παιδιά μας να εμπιστεύονται εμάς και άλλους κοντινούς τους ανθρώπους, ώστε να μοιραστούν ό,τι τους συμβαίνει, γιατί αγαπάμε πιό πολύ τις γνώμες, τα ταμπού και τους φόβους μας. Δε μαθαίναμε/μαθαίνουμε στα παιδιά μας να διεκδικούν το σεβασμό, το δίκαιο, την αξιοπρέπειά και αξιοκρατία γιατί πάντα θα υπάρχει 'ένας γνώστός' που θα φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Δεν δημιουργήσαμε/δημιουργούμε ισχυρούς κανόνες, νόμους και δίχτυα ασφαλείας όπου οι άνθρωποι μπορούν να παραδέχονται τα "κακώς γεγονότα" και να βρουν δικαιοσύνη και θεραπεία. Για αυτά τα αποτελέσματα, όπου ο σκοπός αγιάζει τα μέσα, διατηρούμε εδώ και χρόνια μία κοινωνία σε ηθική σήψη και παρακμή που τώρα βλέπουμε την έκτασή της και μας επιστρέφεται ως καθρέφτης. Τα σκουπίδια που βλέπουμε να ξεβράζει η θάλασσα και ακόμα δε μαζεύουμε, δεν έπεσαν εκεί αλλά πολύ πιό πριν. Είναι όντως τώρα μία ευκαιρία, όχι μόνο να μιλήσουν θύματα, όχι μόνο να τιμωρηθούν κάποιοι άνθρωποι, αλλά και να επανασχεδιάσουμε ουσιαστικά τις αξίες και αρχές μας συνολικά ως κοινωνία. Αρκετά ζήσαμε στο ψέμα του ρόλου, ήρθε η ώρα να ενσαρκώσουμε την αλήθεια μας! Με αγάπη, Παναγιώτης |
Παναγιώτης ΓουμαλάτσοςΨυχοθεραπευτής, Transformational Coach και Archives
March 2023
Categories |
Proudly powered by Weebly