Αγαπητέ αναγνώστη,
Η αγάπη είναι από εκείνα τα ανεξάντλητα θέματα που ο καθένας έχει τις δικές του εμπειρίες και απόψεις. Παρατηρώντας διάφορες εκφάνσεις της κατα τη διάρκεια της περιόδου του ορθόδοξου Πάσχα, όπου άνθρωποι έρχονται περισσότερο μαζί, αισθάνθηκα έντονα την ανάγκη να τη συζητήσω λίγο παραπάνω. Είναι κοινός τόπος παραδοχής πια ότι τις πρώτες μας προσλαμβάνουσες για τον κόσμο τις παίρνουμε από την οικογένεια και το περιβάλλον στα οποία μεγαλώνουμε. Εκεί, μέσα από λόγια και πράξεις, από το πώς αισθάνονται, εκφράζονται και επικοινωνούν οι 'μεγάλοι' αλλά και τα παιδιά γύρω μας, καταλαβαίνουμε το εάν κάτι επιτρέπεται ή όχι, πώς εκδηλώνονται συναισθήματα, πώς σχετίζονται οι άνθρωποι μεταξύ τους και πώς αισθάνονται και συμπεριφέρονται σε συγκεκριμένες καταστάσεις π.χ πένθος, γιορτές κλπ. Φτιάχνουμε, δηλαδή, ένα σενάριο, ένα πρότυπο, ένα μοντέλο συναισθηματικού φάσματος, εκδηλώσεών του και συσχετισμών. Ένα από αυτά τα συναισθήματα είναι και η αγάπη που έχει συγκεκριμένο μήκος κύματος, δόνηση που εκπέμπεται όταν κάποιος την αισθάνεται. Είναι μια δόνηση ήρεμη, 'ανοίγματος' και 'απλώματος', αποδοχής, ικανοποίησης, ευεξίας. Έχουν σημασία αυτές οι λέξεις, γιατί συχνά ακούμε ανθρώπους να σχετίζουν την αγάπη με κάτι πιεστικό, αγχωτικό, στρεσογόνο, αγωνιώδες, κουραστικό, απαιτητικό, επώδυνο. Γιατί όμως να συμβαίνει αυτό; Αυτό ακριβώς το σημείο θέλω να συζητήσω. Οι περισσότεροι άνθρωποι γνωρίζουμε την αγάπη μέσα στα πρώτα περιβάλλοντα μας ως κάτι 'υπό όρους', 'αν είσαι καλό παιδί, θα σου κάνω αυτό' ή 'αν μ αγαπούσες θα έκανες αυτό' ή 'αν αγαπάς κάποιον, θα πρέπει να δεχτείς όλα όσα κάνει'. Έτσι μαθαίνουμε ότι για να γίνει κάτι που θέλουμε, για να είμαστε αποδεκτοί, για να μας αγαπάνε, για να πάρουμε κάτι που έχουμε ανάγκη από κάποιον άλλο, θα πρέπει να υπάρχει πάντα ένας όρος, ο οποίος τίθεται αρχικά από κάποιον άλλο και αργότερα ίσως τον θέτουμε εμείς στον εαυτό μας και σε άλλους με τη σειρά μας. Άρα ζούμε σ' ένα μόνιμο, εσωτερικό και εξωτερικό, καθεστώς ανασφάλειας όπου η αποδοχή και η αγάπη προς εμάς, εξαρτώνται πάντα από κάποιους παράγοντες που θέτουν κάποιοι άλλοι. Άρα δεν είμαστε ποτέ αποδεκτοί 100%, είμαστε αγαπητοί πάντα υπό προϋποθέσεις, από κριτήρια δηλαδή που κάποιος θέτει ως σωστά... για εκείνη/ον. Μήπως το ίδιο συμβαίνει και για την αγάπη προς στον εαυτό μας; Αν έχουμε μάθει να αγαπάμε γενικά υπό όρους, τότε αγαπάμε και τον εαυτό μας υπό όρους; Δεν ακούγεται κάπως άδικο αυτό; Υπάρχει κάποιο κομμάτι μας που να μην αξίζει την αγάπη μας; Κι αν ναι, ποιό είναι αυτό και γιατί ακριβώς δεν αξίζει την αγάπη μας; Και κάπως έτσι όλο το οικοδόμημα περί 'υπό όρους' αγάπης καταρρέει και αποκαλύπτεται ότι ήταν απλά ένα οικοδόμημα, ένα κατασκεύασμα. Όπως ακριβώς δεν είναι υγιές να μην υπάρχει μέρος μας που να μην αξίζει την αγάπη μας, έτσι ακριβώς υπάρχει ή δεν υπάρχει και στου άλλους. Μπορεί να υπάρχουν συμπεριφορές των άλλων που να μας θυμώνουν, να μας στεναχωρούν, να μας δυσκολεύουν, να μας προβληματίζουν, να μην τις καταλαβαίνουμε, να μην τις θέλουμε, αλλά αυτό δεν τις κάνει μη άξια αγάπης. Αυτές οι συμπεριφορές μπορεί να είναι δημιουργημένες από μία 'υπό άλλους όρους' αγάπη από άλλα περιβάλλοντα και δυναμικές. Μια σειρά, δηλαδή, από άλλα κριτήρια που έπρεπε να ακολουθήσει ο συγκεκριμένος άνθρωπος για να τον αγαπούν και να τον δέχονται οι γύρω του. Επεκτείνοντας αυτή τη σκέψη, καταλαβαίνουμε ότι καταλήγουμε να υπάρχουμε ως μισά του μισού, κατακερματισμένα, ανελεύθερα μέρη ενός ανομοιογενούς συνόλου, που διαρκώς απορρίπτουν το ένα το άλλο, και εσωτερικά και εξωτερικά, επειδή κάπως έμαθαν τί είναι και τί δεν είναι άξιο αγάπης. Ο προγραμματισμός του προγραμματισμού στις αξίες και στις συμπεριφορές δηλαδή! Κάποιοι από μας είχαν την τύχη να ζήσουν σε άλλες κοινωνίες ή να ψάξουν εναλλακτικές πιθανότητες αυτού και μέσα από σκληρή δουλειά και αυτοαναζήτηση καταλήξαμε στο ότι όλη αυτή η διχοτόμηση μόνο κακό κάνει. Το ότι δεν θα κάναμε εμείς τις επιλογές που κάνει κάποιος για τον εαυτό του ή το ότι θέλουμε να υπάρχουμε με έναν διαφορετικό τρόπο από κάποιον, ακόμα και από την πλειοψηφία, δεν σημαίνει καθόλου ότι εμείς ή οι άλλοι είναι λάθος ή ανάξιοι αγάπης για αυτό που είναι και κάνουν. Φυσικά πράξεις που βλάπτουν σωματικά ή ψυχικά κάποιον είναι κατακριτέες, αλλά μήπως θα πρέπει επιτέλους να συζητήσουμε το πώς ένα μέλος μιας κοινωνίας αποφασίζει να κάνει μια τέτοια πράξη; Ποιός μπορεί να του έδειξε ότι είναι οκ να την κάνει; Μήπως μια πράξη βίας προς κάποιον άλλο αποτελεί ένδειξη και απόδειξη της ύπαρξης βίας εσωτερικά, αλλά και της ύπαρξης βίας σε συλλογικό επίπεδο; Η απόρριψη ενός μέλους της κοινωνίας για τις όποιες επιλογές του που δεν συμφωνούν με τις επιλογές της πλειοψηφίας είναι μία μορφή βίας από μόνη της, είναι η πράξη μη αγάπης, μη αποδοχής, μίσους προς έναν άλλον άνθρωπο και τον τρόπο που επιλέγει να εκφράζεται και να ζει. Αν κάποιος από μία παρέα συγκινείται με μία ταινία που οι φίλοι του δεν συγκινούνται με αυτήν, γιατί αυτό τον κάνει περίεργο, υπερευαίσθητο, 'μαλακό κλπ; Ένας άνθρωπος που πραγματικά αγαπά τον εαυτό του, δεν χρειάζεται να στραφεί εναντίον κανενός άλλου ανθρώπου, παρά μόνο, ενδεχομένως, για να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Αντιλαμβάνεται ότι είναι μέρος της παγκόσμιας κοινότητας των ανθρώπων που είναι σε διαρκή αλληλεξάρτηση και κανένας άλλος άνθρωπος δεν είναι ανώτερος ή κατώτερος αξιακά από τον ίδιο. Η όποια προσπάθεια επιβολής σε κάποιον άλλο, επίθεσης, κατάκρισης, αγνόησης, χειρισμού κλπ υποδεικνύει μόνο ψήγματα είτε ανασφάλειας, είτε αλαζονείας, και τα δύο πολύ σαθρά θεμέλια για να χτίσει κανείς πάνω την ύπαρξή του. Επίσης, αποτελούν χαρακτηριστικά που υποδηλώνουν μία προβληματική σχέση με την αγάπη του εαυτού. Στην πρώτη περίπτωση υπάρχει έλλειμμα και στη δεύτερη περίπτωση πλεόνασμα. Η όποια κριτική, λοιπόν, δεν δείχνει κάτι για τον κρινόμενο απαραίτητα, αλλά περισσότερο για αυτόν που κρίνει και τη σχέση του με την αποδοχή και την αγάπη εν γένει. Είναι χαρακτηριστικό το ότι πολύς κόσμος τις άγιες μέρες του Πάσχα πηγαίνει στην εκκλησία και συμμετέχει στα Πάθη του Χριστού και την ίδια ώρα, παρά το πρόταγμα των ημερών για αγάπη και συγχώρεση, συνεχίζει να στρέφεται με λόγο και πράξεις μίσους και κακίας προς άλλους ανθρώπους λες και η ύπαρξη και εφαρμογή της αγάπης γίνεται μόνο κατα το δοκούν και αφορά μόνο σε συγκεκριμένα πράγματα και ανθρώπους. Όσο αναλογίζομαι την αγάπη, τόσο τείνω να καταλήξω ότι είναι ένα καθολικό συναίσθημα που υπάρχει ως δυνατότητα σε όλους τους ανθρώπους προς όλα τα έμβια όντα και, ταυτόχρονα, είναι μια διαρκής πάλη, σύγκρουση και διαδικασία του εαυτού μας προς ανώτερα μαθήματα. Η αγάπη, όπως όλα τα συναισθήματα, καταδεικνύει τον τρόπο που σχετιζόμαστε με τον εαυτό μας και με τον κόσμο. Εάν αισθανόμαστε ανασφαλείς, δηλαδή, θα φοβόμαστε διαρκώς ότι κάποιος θα θέλει να μας βλάψει. Επίσης, η αγάπη έχει πάντα ένα αντικείμενο. Αγαπάμε, δηλαδή, κάτι που θεωρούμε ότι έχει αξία, ότι είναι όμορφο, ότι έχει μια θετική ιδιότητα και συνολικά μας κάνει να αισθανόμαστε όμορφα και ήρεμα. Ακόμα και η αγάπη που μπορεί να έχει κανείς για μια κακή συνήθεια, όπως το τσιγάρο, όσο οξύμωρο και να ακούγεται, σχετίζεται κατα βάση με ένα θετικό συναίσθημα, αυτό της ικανοποίησης, του 'γεμίσματος' ότι εισπνέεται κάτι μέσα, της εξισορρόπησης της έντασης κ.ά. Μ αυτή την έννοια 'αγαπώ' σημαίνει ακούω, σέβομαι, κατανοώ, αποδέχομαι, αγκαλιάζω, υποστηρίζω, βοηθάω, εξηγώ, επιβραβεύω, διευρύνομαι, συμπεριλαμβάνω, συγχωρώ, αντέχω, επιμένω, διεκδικώ, συνδέομαι και τόσα άλλα, γιατί αφορά σε μία εσωτερική ανάγκη που ζητά ικανοποίηση. Πράξεις δύσκολες που χρειάζονται διαρκή προσπάθεια. Τις περισσότερες φορές δε, δεν αφορούν σε κάποιον άλλο, αλλά τον ίδιο μας τον εαυτό. Πόσο συχνά παίρνουμε αυτή τη στάση ενεργά απέναντι στον εαυτό μας για να την πάρουμε και προς κάποιον άλλο; Και το χειρότερο; Εάν δεν δεσμευόμαστε καθημερινά και έμπρακτα με αγάπη προς τον εαυτό μας, τότε θα αναζητούμε απεγνωσμένα κάποιον, γονέα, παιδί, φίλους, ερωτικούς συντρόφους, πρόσκαιρες συνευρέσεις κ.ά. να το κάνουν για εμάς, λες και είναι υπεύθυνοι, λες και μας το χρωστάνε. Τους ζητούμε όμως να πληρώσουν ένα δικό μας κενό, μια ανάγκη, την έλλειψη προσοχής, εκτίμησης, αγάπης και για αυτόν ακριβώς τον λόγο μετά γινόμαστε έρμαια των άλλων, γιατί με την πιθανότητα να τους χάσουμε, αισθανόμαστε ότι θα χάσουμε αυτή την αγάπη και την ικανοποίηση και μετά είμαστε εμείς που πρέπει να μάθουμε να αγαπάμε τον εαυτό μας. Αυτές είναι οι σχέσεις εξάρτησης, όπου ο ένας φέρει το συμπληρωματικό μέρος του άλλου και η πληρότητα έρχεται μόνο από τη σχέση με τον άλλο. Αλλιώς αισθανόμαστε κενοί και μόνοι, για αυτό καταλήγουμε να δεχόμαστε και να συμμετέχουμε σε καταστάσεις που τελικά είναι προβληματικές και ζημιογόνες για εμάς, προκειμένου να μην χάσουμε αυτή την επαφή με την αγάπη και την πληρότητα που φέρνει. Στην πραγματικότητα όμως, η αγάπη υπάρχει μέσα μας και αφορά στη σχέση με τον εαυτό μας. Εκεί ακριβώς είναι που έρχονται τα πνευματικά μαθήματα που αφορούν σε μια πιο βαθιά σχέση με τον εαυτό μας και κατ' επέκταση με τους άλλους. Γιατί καλούμαστε, πέρα από όσα έχουμε μάθει και προγραμματιστεί, να ξαναγράψουμε το σενάριο της ζωής μας, να δημιουργήσουμε καινούργιο οικοδόμημα, να μάθουμε να αγαπάμε και να φροντίζουμε και τα πιο σκοτεινά, πιο μπερδεμένα, πιο μη αποδεκτά, πιο άγνωστα, πιο άγρια και 'άσχημα' κομμάτια μας που κανείς ίσως μέχρι τώρα δεν έχει κάνει και δεν μπορεί να κάνει για εμάς. Ακόμα κι αν 100 άλλοι άνθρωποι μας λένε ότι αγαπάνε κάτι συγκεκριμένο σε εμάς, εάν δεν το αναγνωρίσουμε, 'αγκαλιάσουμε' και αγαπήσουμε εμείς, τότε θα παραμένει στη σφαίρα του απορριπτέου, ανενεργού και διαστρεβλωμένου μέσα μας. Αυτό δεν σημαίνει ότι όλο αυτό χρειάζεται να το κάνουμε απολύτως μόνοι μας. Η υγιής, ενήλικη και ώριμη αγάπη υπάρχει και ρέει και σε σχέσεις αμοιβαίας αλληλεξάρτησης με τους άλλους. Εκεί όπου και τα δύο υποκείμενα βρίσκουν την αποδοχή, όπως ακριβώς είναι, αλλά και τον χώρο για να εξελιχθούν προς τον όποιο δρόμο τους καλεί η καρδιά τους. Φόβος, ανασφάλεια, εσωτερική καταπίεση και ανελευθερία, υπακοή στους άκαμπτους κανόνες των κοινωνιών είναι οι σύμβουλοι που πάντα θα μας οδηγούν σε πιο 'ασφαλείς', αντιφατικές, ασύμβατες και ανελεύθερες επιλογές και πράξεις. Το διαπιστώνω συνέχεια στο χώρο της θεραπείας, άνθρωποι να ταλανίζονται για χρόνια μεταξύ της αίσθησης του 'πρέπει' που έμαθαν και του 'θέλω' που λαχταρά η καρδιά τους, όλα αυτά τα μέρη τους που δεν βρήκαν αγάπη και διαστρεβλώθηκαν σε διάφορες επώδυνες μορφές για να βρουν κάποιο τρόπο να παραμείνουν ζωντανά. Είναι ταξίδι, ναι, αλλά είναι και κρίμα να φεύγουν ψυχές από αυτό τον κόσμο με τόσο σκοτάδι και έλλειψη αγάπης! Πότε θα μάθουμε να αγαπάμε πραγματικά και σε βάθος εαυτούς και αλλήλους; Οι γιορτή του Πάσχα θα παραμένει πάντα μία συμβολική διαδικασία που θα μας καλεί, πέρα από τις αργίες και το πολύ φαγητό, την πρόσκαιρη απόλαυση δηλαδή, να επανεξετάσουμε τη σχέση μας με την άνευ όρων αγάπη, με την ανιδιοτέλεια, με τη συγχώρεση, με την ανοιχτή αγκαλιά, με τη βαθύτερη ουσία της ζωής μας, με την Ανάταση της ψυχής μας ξανά και ξανά μέχρι να συναντήσουμε αληθινά τον Θεό μέσα μας. Με αγάπη, Πάνος
0 Comments
Leave a Reply. |
Παναγιώτης ΓουμαλάτσοςΨυχοθεραπευτής, Transformational Coach και Archives
March 2023
Categories |
Proudly powered by Weebly