Αγαπητέ αναγνώστη,
Αισθάνομαι και με την τελευταία έκλειψη σελήνης στις 21/1 ότι συμβαίνουν διαρκώς πράγματα που μας αναστατώνουν, που έρχονται σαν να χρειάζεται να εξετάσουμε με καινούργια ματιά δικές μας θέσεις και συμπεριφορές αλλά και καταστάσεις που συμβαίνουν. Γράφω κυρίως αφουγκραζόμενος προσωπικά και συλλογικά βιώματα που παρατηρώ να συμβαίνουν την ίδια χρονική περίοδο και αφορούν στα ίδια ή συγγενικά θέματα. Φυσικά η εμπειρία του καθενός είναι μοναδική και εμπιστεύομαι ότι ο καθένας συνδέεται και παίρνει αυτό που χρειάζεται από ο,τιδήποτε συμβαίνει γύρω του. Τις τελευταίες μέρες παρατηρώ τη δυσκολία που έχουμε οι άνθρωπιοι σε σχέση με την εξάρτηση και ανεξαρτησία από κάτι, μπορεί αυτό να είναι μία συνήθεια π.χ. η χρήση ουσιών ή από κάποιον π.χ. μια σχέση κλπ. Θεωρώ ότι για ο,τιδήποτε κάνουμε οι άνθρωποι -ακόμα και καταστρεπτικό- υπάρχει ένας λόγος. Ικανοποιούμε μια επιθυμία, μια ανάγκη, ένα `θέλω`, απαντάμε σε μια συναισθηματική κατάσταση ή σε μια εξωτερική κατάσταση κ.ό.κ. Ένα πολύ γνωστό παράδειγμα είναι όταν αισθανόμαστε θλίψη ή μοναξιά που για να νιώσουμε καλύτερα ή για να `καλύψουμε το κενό` μπορεί να φάμε κάτι συγκεκριμένο που θα μας γεμίσει όπως π.χ. πίτσα ή σοκολάτα. Αντίστοιχα, αν είχαμε μια δύσκολη και στρεσογόνα μέρα μπορεί να θέλουμε να πιούμε αλκοόλ ή να καπνίσουμε για να ηρεμήσουμε και να χαλαρώσουμε. Δεν προσάπτω καμία αξιολογική χροιά στα παραδείγματα και τις συνήθειες που χρησιμοποιώ. Όλοι κάνουμε ο,τι καλύτερο μπορούμε την κάθε δεδομένη χρονική στιγμή. Στο βαθμό, λοιπόν, που συνδέουμε συστηματικά μια συναισθηματική κατάσταση ή ένα ερέθισμα με μια συγκεκριμένη απάντηση ή πράξη, τότε δημιουργείται μια σχέση εξάρτησης. Σαφώς και υπάρχουν βαθμίδες εξάρτησης όπως και διαφορετικά μέσα π.χ. η σωματική, η συναισθηματική κλπ. Η σχέση αυτή εξυπηρετεί, λοιπόν, μια λειτουργία, κάτι προσφέρει στο άτομο για να συνεχίσει να ζεί τη ζωή του όπως εκείνο νομίζει καλύτερα. Αν αυτή η σχέση διαταραχθεί, τότε το άτομο μπορεί να βρεθεί σε σύγχυση και ενδεχομένως να αναζητήσει να δημιουργήσει μια αντίστοιχη σχέση κάπου αλλού. Στην περίπτωση εξαρτησιακής σχέσης μεταξύ ανθρώπων βλέπουμε άτομα να έλκονται και να δημιουργούν διαρκώς σχέσεις με άτομα που φέρουν παρόμοια χαρακτηριστικά (βέβαια δεν είναι οι ίδιοι άνθρωποι). Σ αυτές τις σχέσεις, ο ρόλος που μπορεί να παίρνουν, η έκβαση της σχέσης και το πώς μπορεί να αισθάνονται στη σχέση μπορεί να αποτελούν γνώριμο πεδίο που τους προσφέρει μια αίσθηση ασφάλειας, οικειότητας και σιγουριάς όχι μόνο για τον εαυτό τους αλλά και για τη ζωή εν γένει. Μια κάπως τέτοια εξαρτησιακή σχέση μπορεί να είναι η σχέση των γονέων με τα παιδιά τους δεδομένου ότι τα παιδιά όσο είναι μικρά σε ηλικία εξαρτώνται από τους γονείς για την επιβίωσή τους. Αν μια τέτοια σχέση συνεχιστεί σε πρακτικό και συναισθηματικό επίπεδο και απο τις δύο πλευρές όταν τα παιδιά ενηλικιωθούν τότε μπορεί γίνει προβληματική κυρίως για το παιδί γιατί θα δυσκολευτεί να ενηλικιωθεί. Συχνά χρησιμοποιούμε τον όρο 'ανεξαρτητοποίηση' για να περιγράψουμε την ενηλικίωση, υπονοόντας ουσιαστικά ότι κάποτε ήμασταν εξαρτημένοι από κάποιους και θέλουμε να ανεξαρτητοποιηθούμε, να αποκτήσουμε δηλαδή περισσότερη, αν όχι απόλυτη ελευθερία κινήσεων, μακριά από τη σχέση ανάγκης και αιτίου και αποτελέσματος, δηλαδή έχουμε μια ανάγκη και περιμένουμε ο άλλος να μας την καλύψει ή περιμένουμε ο άλλος να μας κάνει να νιώσουμε καλά ή με ένα συγκεκριμένο τρόπο. Νομίζω ότι πρόκειται για ένα από τα πιό δύσκολα έργα στη ζωή ενός ανθρώπου, όχι τόσο για το ακατόρθωτο της εκπλήρωσής του όσο για το βαθμό συνθετότητάς του. Προυποθέτει κάποιος να συνειδητοποιήσει σε τί είδους σχέσεις βρίσκεται ή με τί συμπεριφορές ενεργεί, την έκταση των επιπτώσεων στον ίδιο και τη ζωή του, το αν έχει τη δύναμη και τους αναγκαίους πόρους για να αλλάξει, τις επιπτώσεις των αλλαγών στους άλλους, το χάραγμα και καθορισμό μιας άγνωστης, νέας πορείας προς το τί είναι ανεξαρτησία για τον ίδιο και τελικά το περπάτημα αυτής της πορείας με τις δυσκολίες και τις επιτυχίες, με τις χαρές και τους φόβους που μπορεί να έχει. Αλλά τί είναι ουσιαστικά η ανεξαρτησία; Είδαμε το πώς σχετίζεται με την εξάρτηση αποτελώντας τον αντίθετο πόλο της ως προς την δυνατότητα ή μη ελεύθερων επιλογών. Θα μπορούσε όμως να αποτελεί μια συνεχή βιωμένη κατάσταση στα πλαίσια της ζωής σε μια κοινωνία; Μέρος της ενηλικίωσης (από την πλευρά της ψυχοθεραπείας τουλάχιστον) είναι η αποδοχή και η εφαρμογή της αλληλοεξάρτησης (interdependence) . Αν το σκεφτούμε στην πιό πρακτική του μορφή, διαπιστώνουμε ότι καθημερινά για το φαγητό μας (καλλιέργια, συγκομιδή, διανομή, μαγείρεμα), την υγιεινή μας (συλλογή σκουπιδιών, γιατροί κλπ), την υγεία μας κ.ό.κ. χρειαζόμαστε ο ένας τον άλλον. Ο καθένας εξυπηρετεί μία -ισότιμη στα δικά μου μάτια- λειτουργία ως μέρος ενός συνόλου, όπως τα όργανα, οι μύες, τα κόκαλα, το αίμα, οι φλέβες κλπ σε ένα σώμα δουλεύουν όλα μαζί σε συνεργασία για την καλή λειτουργία και ευημερία του. Το ίδιο συμβαίνει για ο,τιδήποτε θεωρούμε ως σύνολο που αποτελείται από μέρη, μία οικογένεια, μία φυλή, μία κοινωνία, μία πόλη, μία χώρα, μία ήπειρος, ένας πλανήτης κ.ό.κ. Με ψυχολογικούς (και πνευματικούς όρους) οι θέσεις 'εξάρτησης' και 'ανεξαρτησίας' αποτελούν το ίδιο με τη θέση 'παιδιού' ή 'γονέα', δηλαδή περιγράφουν μονομερώς μία σύνθετη κατάσταση, τον άνθρωπο και τη ζωή του. Η 'αλληλεξάρτηση' και κατ' αντιστοιχία η θέση του 'ενήλικα' -πάλι στα δικά μου μάτια- προσφέρουν τη εμπειρική δυνατότητα άρα και τον χώρο ελευθερίας σε όλους μας να είμαστε πότε το ένα το άλλο, πότε πάροχοι, πότε δέκτες, πότε παιδιά, πότε γονείς, πότε υποστηρικτικοί, πότε υποστηριζόμενοι. Ενδεχομένως να το κάνουμε αλλά λίγο το συνειδητοποιούμε και πόσο μάλλον το παραδεχόμαστε. Απαραίτητη δε προϋπόθεση είναι η συμφωνία ότι όλοι παίζουμε το ίδιο παιχνίδι... Με αγάπη, Παναγιώτης
0 Comments
Αγαπητέ αναγνώστη,
Αν έχεις διαβάσει προηγούμενα άρθρα μου, θα έχεις διαπιστώσει ήδη το ενδιαφέρον μου για την έννοια και την εμπειρία του εαυτού. Τι εννοούμε, δηλαδή, όταν λέμε εαυτός και πώς αυτό μπορεί να επηρεάζει το πώς τελικά βιώνουμε και δρούμε στη ζωή. Ας σκεφτούμε το συνειδητό κομμάτι του εαυτού μας ως τον οδηγό ενός αυτοκινήτου. Το ίδιο το αυτοκίνητο μπορεί να είναι το σώμα μας, η ζωή μας και ο,τιδήποτε θεωρούμε ότι είναι μέρος μας και μπορούμε να το ελεγξουμε. Αυτό το αμάξι έχει ένα συγκεκριμένο σχήμα, χρώμα, μέγεθος, χαρακτηριστικά κλπ και γι αυτό που ξέρουμε ότι είναι έχουμε και αντίστοιχες σκέψεις, κρίσεις, συναισθήματα. Δηλαδή μπορεί να αρέσει στον οδηγό το χρώμα του και που τρέχει πολύ, αλλά να μην του αρέσει που κάνει θόρυβο και θέλει συχνούς ελέγχους. Μπορεί να του αρέσει που είναι μικρό και κομψό αλλά να μην του αρέσει που δεν τρέχει γρήγορα και δεν μπορεί να φτάσει υψηλές ταχύτητες. Φανταστείτε το πόσο περιπλέκονται τα συναισθήματα, οι σκέψεις και οι συμπεριφορές όταν γίνεται η σύγκριση μεταξύ οδηγών και αμαξιών. Ο ένας τρέχει περισσότερο απο τον άλλο, η μία είναι πιό όμορφη απο τον άλλο ο τάδε είναι πιο δυνατός απο το δείνα κ.ό.κ. άρα και ο κάθε οδηγός μπορεί να τρέξει πιο γρήγορα για να προσπεράσει τον άλλο, μπορεί να αισθάνεται ότι το δικό του αυτοκίνητο είναι λιγότερο ελκυστικό από τα άλλα, ότι είναι πιό ελαττωματικό ή αντίθετα το πιό ωραίο, το πιό λειτουργικό κ.λ.π. Το αυτοκίνητο επιτρέπει στον οδηγό να παέι σε μακρινότερα μέρη που μπορεί να μην πήγαινε αλλιώς, να κάνει καινούργια πράγματα, να δεί καινούργια τοπία, να νιώσει καινούργιες εμπειρίες κ.λ.π. Ταυτόχρονα το αυτοκίνητο λόγω της συγκεκριμένης μορφής του έχει περιορισμούς στο μέγεθος, χρώμα, ιπποδύναμη κ.λπ. οι οποίοι επηρεάζουν και τον οδηγό και την οδηγητική του συμπεριφορά, έχει συγκεκριμένο χώρο να κινηθεί, συγκεκριμένη μέγιστη ταχύτητα κ.λ.π. Αν ένας οδηγός θεωρεί ότι έχει ένα 'σαραβαλάκι' που δεν είναι όμορφο, δεν πάει γρήγορα, δεν είναι αρκετά μεγάλο και δεν έχει πολύ χώρο να κινηθεί ο ίδιος μέσα, τότε θα πηγαίνει πάντα αργά, θα ζηλεύει τα άλλα αμάξια που πάνε πιο γρήγορα και θα στεναχωριέται που δεν έχει το ίδιο όμορφο αμάξι. Ίσως πάλι να μην κάνει κάτι από αυτά και να απολαμβάνει τη διαδρομή και τα όσα βλέπει σε μια χαμηλή ταχύτητα, να χρησιμοποιεί στο μέγιστο το χώρο που έχει να κινηθεί, να χαίρεται που υπάρχει και κινείται κ.ά. Σκεφτείτε τώρα την πιθανότητα, ο οδηγός να μπορεί να βγεί απο το αμάξι και ενώ το αμάξι κινείται στον αυτόματο να πάει να κάτσει σε ένα δέντρο, να περπατήσει στο δάσος, να κολυμπήσει στη θάλασσα, να ανέβει σε ένα βουνό. Φανταστείτε την διαφορά στην εμπειρία, στις αισθήσεις, στις δυνατότητες, στις εικόνες, στην επαφή με άλλα ερεθίσματα. Αυτή είναι διαφορά του ποιοί νομίζουμε ότι είμαστε με αυτό που είμαστε ουσιαστικά. Έχουμε μάθει να είμαστε οι οδηγοί ενός συγκεκριμένου αμαξιού που κάνει μια διαδρομή, με συγκεκριμένη δυνατότητα ταχύτητας, συγκεκριμένα χαρακτηριστικά κ.λ.π. άρα και οι δνατότητες για μια άλλη εμπειρία περιορίζονται βάση των προδιαγραφών και της αντίληψής μας για το αμάξι μας. Ως ψυχές όμως έχουμε μεγαλύτερες δυνατότητες εμπειρίας. Πόσες φορές δεν καταφέραμε τελικά κάτι που λίγο πρίν μας φαινόταν ότι δεν μπορούσαμε; Πόσες φορές δεν βρήκαμε (στο διαλογισμό ή και αλλού) μια στιγμή εσωτερικής ηρεμίας όταν όλα γύρω μας ήταν άγχος και πίεση; Πόσες φορές δεν κλάψαμε απο χαρά, δεν πολεμήσαμε τη χαρά μας και δεν χαρήκαμε που βιώσαμε τη λύπη μας; Εάν έστω και λίγο σας φαίνεται ταιριαστό ότι είμαστε στην ουσία μας άυλοι, τότε οι μορφές που μπορεί να πάρει η ψυχή τείνουν στο άπειρο σε ένα πεπερασμένο σώμα. Τί μας προσφέρει, λοιπόν, η παραμονή στο τιμόνι ενός αυτοκινήτου που μας περιορίζει ή είναι γεμάτο ακαθαρσίες ή δεν κάνει όσα θέλουμε να κάνουμε; Τί εξυπηρετεί η προσκόλληση στο 'αυτή είμαι', στο 'αυτό κάνω', στο 'έτσι ακριβώς το θέλω' από τη ροή του 'είμαι αυτό και το άλλο', 'κάνω και αυτό και εκείνο', 'ήμουν αυτό και τώρα είμαι αλλιώς'; Προσωπικές αναζητήσεις.. Με αγάπη και εκτίμηση, Παναγιώτης Αγαπητέ αναγνώστη,
Με το προηγούμενό μου κείμενο συζήτησα κυρίως τη χρήση της γνώσης ως προς το πώς σχετιζόμαστε με τον κόσμο και τελικά με αυτό που είμαστε. Αισθάνθηκα όμως ότι δεν μίλησα αρκετά για τη σχέση μεταξύ εμπειρίας και το ποιός είναι ο καθένας. Επιτρέψτε μου την 'εμμονή στη λεπτομέρεια', αλλά θεωρώ το θέμα πολύ σημαντικό εννοιολογικά γιατί σε ένα βαθμό περιγράφει το 'φακό' ή τη μέθοδο μέσα απο τα οποία ο καθένας γνωρίζει και ζεί τον εαυτό του άρα και τον κόσμο. Αν δεχτούμε την υπόθεσή μου, η γνώση που έχουμε για τον κόσμο και για εμάς είναι το σύνολο των πληροφοριών και των εμπειριών που έχουμε για αυτά και αφορούν κυρίως στο παρελθόν. Βάση αυτών περιμένουμε να γίνουν συγκεκριμένα πράγματα και εμείς να αισθανθούμε και να δράσουμε με ένα συγκεκριμένο τρόπο σε συγκεκριμένες συνθήκες. Σε ένα μεγάλο μέρος της είναι μια εγκεφαλική διαδικασία που καθορίζει τί είμαστε και τί δεν είμαστε, τί μας αρέσει και τί δεν μας αρέσει, τί είναι καλό για μας και τί όχι, τί θα έπρεπε να γίνει και τί όχι. Υπο αυτό το πρίσμα η σημαντικότητα της εμπειρίας έγκειται στην έκπληξη (εκ+πλήττω), αυτό δηλαδή που μας βγάζει από την ανία και την πλήξη. Εκεί που περιμένουμε να αισθανθούμε κάπως, να γίνει κάτι με ένα συγκεκριμένο τρόπο, να κάνουμε κάτι συγκεκριμένο όπως έγινε στο παρελθόν γίνεται κάτι άλλο που μας ξαφνιάζει, μας 'ξεβολεύει', μας καλεί να δούμε τα πράγματα αλλιώς και ουσιαστικά να αφεθούμε σε ένα καινούργιο βιώμα. Φυσικά, όταν συμβαίνει κάτι ή συμβαίνει όπως δεν το περιμένουμε νιώθουμε ανασφάλεια, για λίγο ταρακουνιέται ο κόσμος μας και η αίσθηση που έχουμε για τον εαυτό μας. Αυτό που ήταν γνώριμο και πάνω σε αυτό βασίζαμε την καθημερινότητά μας τώρα έχει μετακινηθεί, σαν το σπίτι που ζούμε ξαφνικά απο άσπρο να γίνεται πράσινο και να θέλουμε χρόνο και ενέργεια για να καταλάβουμε την αλλαγή, να τη διαχειριστούμε και να ενσωματώσουμε τα ευρύματα σε ένα νέο σύνολο, σε ένα νέο εαυτό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι όταν ερωτευόμαστε όπου κάνουμε και λέμε πράγματα που δεν είναι ακριβώς στο 'χαρακτήρα' μας, βρισκόμαστε σε μια διαρκή εγρήγορση και έξαψη και τα ζούμε όλα στον υπερθετικό τους βαθμό. Βρίσκουμε δηλαδή τον εαυτό μας να είναι αλλιώς, να είναι 'μεγαλύτερος', να έχει διαφορετικές δυνατότητες απο αυτές που ξέρουμε. Δεν έχω πρόθεση να αναλύσω εδώ την κατάσταση και το φαντασιακό του έρωτα αλλά να τον φέρω ως παράδειγμα για το πώς η εμπειρία, το βίωμα δηλαδή διαφορετικών συναισθηματικών καταστάσεων οδηγεί σε νέους δρόμους ύπαρξης και κατανόησης του εαυτού μας και του κόσμου. Εάν αφεθούμε σε πραγματικά άγνωστες καταστάσεις που μας έλκουν και αισθανθούμε τα συναισθήματα (όποια κι αν είναι αυτά, φόβου, αγωνίας, λαχτάρας, κενού, πληρότητας κλπ) που μας δημιουργούνται, τότε μπορεί να φτάσουμε σε ένα σοκαριστικό συμπέρασμα, ότι δεν είμαστε αυτό που νομίζαμε. Και κατ' επέκταση, ότι δεν τα γνωρίζουμε όλα για εμάς, ότι δεν ξέρουμε πολλά για τους άλλους και για τον κόσμο, ότι αυτό που θεωρούμε εαυτό μας είναι πολύ πιο ρευστό και εύπλαυστο απο αυτό που νομίζουμε. Είναι διαφορετικό να κατανοούμε τέτοιες (κατ'εμένα) αλήθειες με το μυαλό και διαφορετικό με την καρδιά. Χωρίς να δίνω προβάδισμα σε κάποιο απο τα δύο, μια αλήθεια αφομοιώνεται ολόκληρη όταν αφομοιώνεται απο ολόκληρο τον οργανισμό. Έχω νιώσει βαθιά την ανησυχία του βιώματος ενός εαυτού που κάποτε υπάρχει δυνατός και συγκεκριμένος και κάποτε αχνός και αόριστος που μικραίνει και επεκτείνεται σε στιγμές. Για 'μένα αυτό αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες και πιό όμορφες προκλήσεις της ζωής, ότι η απόλυτη σταθερότητα που αναζητούμε για να αισθανθούμε πλήρεις και ολόκληροι είναι μια ουτοποία, είναι ουσιαστικά το κίνητρο για να συνεχίσουμε να εξελισσόμαστε και για να συμβεί αυτό χρειαζόμαστε ένα 'όχημα', έναν εαυτό που θα είναι πολύ πιο εύπλαστος και ευλύγιστος απο ένα σύνολο κανόνων και προσδοκιών για το πώς πρέπει να είναι ο ίδιος, οι άλλοι και η ζωή. Μιλήστε ειλικρινά με ανθρώπους που έχουν χάσει κάποιον δικό τους νωρίς στη ζωή τους ή που έχουν χρόνια αρρωστήσει ή που έχουν ζήσει πολύ επώδυνες εμπειρίες. Για κάθε τέτοια εμπειρία χρειάζεται να σπάσει ένας κύκλος ισορροπίας, ένα γνωστό σχήμα δεδομένων που ένας άνθρωπος είχε στη ζωή του για να ενσωματώσει τη νέα πληροφορία σε μια νέα πραγματικότητα. Η άρνηση, ο πόνος, ο εγωισμός του 'γιατί σ' εμένα', ταυτόχρονα το δέος, η ευγνωμοσύνη, ο ενθουσιασμός, η ταπεινότητα, η ένωση είναι μερικά μόνο στάδια αποδοχής κάθε αλλαγής. Δεν είναι εύκολα μαθήματα αυτά, αλλά ναι έχουμε την ικανότητα να τα πάρουμε αρκεί να παραδωθούμε σε αυτό που είναι μεγαλύτερο απο εμάς και μέσα από εμάς εκφράζει και εκφράζεται, υπάρχει και δημιουργεί. Με αγάπη, Παναγιώτης Αγαπητέ αναγνώστη,
Αυτό το κείμενο αφορά σε ένα θέμα που εμφανίζεται συχνά στο νού μου αλλά και σε ζητήσεις με ανθρώπους τελευταία. Ο δυτικός τρόπος ζωής είναι βασισμένος σε ένα μεγάλο βαθμό στη σημασία της γνώσης. Πάμε στα πανεπιστήμια για να σπουδάσουμε, κάνουμε μετεκπαιδεύσεις, διαβάζουμε βιβλία, πηγαίνουμε σε διαλέξεις κ.ά ή δεν κάνουμε τίποτα απο αυτά γιατί ξέρουμε αρκετά και δεν θέλουμε να μάθουμε άλλα. Η απόκτηση γνώσης μας βοηθάει στο να βρούμε, να διατηρήσουμε και να εξελιχθούμε σε μια δουλειά, στο να γίνουμε σημαντικοί στο θέμα ενασχόλησής μας, στο να κατανοήσουμε καλύτερα το πώς λειτουργεί αυτό το πολύπλοκο πεδίο που ονομάζουμε κόσμος αλλά και άνθρωπος, ανθρώπινες κοινωνίες, ζωικό βασίλεια, μηχανήματα, σύμπαν κλπ. Τί είναι όμως στα αλήθεια η γνώση; Στην επιστήμη, στη φιλοσοφία, στην τέχνη και στις διάφορες πρακτικές, η γνώση συλλέγεται ή δημιουργείται απο την συνεχή παρατήρηση, δοκιμή (πείραμα) και εφαρμογή. Είναι το απόσταγμα δηλαδή μιας ενεργής, συστηματικής διαδικασίας που ουσιαστικά αυτό που συλλέγεται ως πληροφορία γίνεται αρχή, αξίωμα, οργανωμένο σύστημα πληροφοριών. Βάση αυτών των πληροφοριών (αισθητηριακών και νοητικών) και της αξιολόγησής τους ερμηνεύουμε και κατ'επέκταση σχετιζόμαστε με τον κόσμο. Για παράδειγμα, ξέρουμε ότι αν βάλουμε το χέρι μας σε ένα πολύ ζεστό αντικείμενο θα καεί. Άρα σε ένα βαθμό ξέρουμε ότι εμείς και ο κόσμος λειτουργούμε με συγκεκριμένους τρόπους, αυτούς που υποδεικνύει η γνώση. Με την γνώση σε ένα μεγάλο βαθμό έχουμε καταφέρει να ελέγχουμε τον εαυτό μας (ασθένειες κ.ά) και τον κόσμο (αντιμετώπιση καιρικών συνθηκών κ.ά.). Μας δίνει, δηλαδή, τη δυνατότητα και τη δύναμη να προβλέψουμε τα αποτελέσματα πράξεων και συνθηκών ώστε να δρούμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο για εμάς, αρχικά για να επιβιώσουμε και επακόλουθα για να ζήσουμε με τον τρόπο που επιλέγει ο καθένας, Μήπως όμως η γνώση δεν είναι τίποτα άλλο απο κατασταλαγμένη εμπειρία; Πριν τα οργανωμένα συστήματα γνώσης (σχολεία, σχολές, πανεπιστήμια, κολλέγια, ινσιτούτα κλπ) οι άνθρωποι είχαν απευθείας εμπερία με το περιβάλλον τους. Η γνώση ήταν προφορική και μεταφερόταν μέσω του άμεσου βιώματος. Για παράδειγμα, αν ένας πατέρας ήθελε να μάθει στο παιδί του ή σε κάποιον άλλον στην κοινότητα πώς να κυνηγάει για να τραφεί, τότε θα τον έπαιρνε μαζί του στο κυνήγι και θα του μάθαινε τους τρόπους που ο ίδιος ήξερε, ανεξάρτητα με το πόσο πετυχημένοι ήταν. Αν δεν υπήρχε ο πατέρας τότε κάποιος έμπειρος και γνώστης απο την κοινότητα θα μάθαινε στον εκκολαπτόμενο κυνηγό. Σαφώς και η γνώση έχει απελευθερώσει πολλές δυνατότητες και οι άνθρωποι έχουμε πρόσβαση σε πληροφορίες που παλαιότερα θα ήταν αδύνατον να μάθουμε. Η πρόθεσή μου εδώ δεν είναι να δαιμονοποιήσω την γνώση, αλλά με γνώμονα το τεράστιο πεδίο της ζωής να θέσω το ερώτημα της σχέσης εμπειρίας και γνώσης. Η γνώση κατα κύριο λόγο σχετίζεται με το μυαλό με την έννοια ότι για την επεξεργασία σύνθετων πληροφοριών χρειάζονται οι πολύπλοκες και υπολογιστικές ικανότητες και λειτουργίες του νού. Για παράδειγμα, εάν επιθυμούμε να πετύχουμε ενα συγκεκριμένο αποτέλεσμα τότε θα πρέπει να συλλέξουμε και να εφαρμόσουμε συγκεκριμνένη γνώση, δηλαδή τρόπους, ιδέες και πράξεις για να το πετύχουμε. Αντίθετα ή καλύτερα συμπληρωματικά η εμπειρία σχετίζεται περισσότερο με την καρδιά, με το άγνωστο, με την εμπιστοσύνη στο καινούργιο. Η εμπειρία ή το βίωμα ξαφνιάζει γιατί δεν αφορά τόσο στο αναμενόμενο και στο γνωστό αλλά στο άγνωστο και το καινούργιο, κάτι που δεν προϋπάρχει σαν πληροφορία. Στο παραπάνω παράδειγμα για την επίτευξη ενός στόχου, εάν η γνώση που εφαρμόζουμε δε φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα, τότε θα πρέπει να την ανανεώσουμε, να αναζητήσουμε δηλαδή καινούργιες πληροφορίες που θα μας βοηθήσουν προς το στόχο μας. Με ένα πιο συγκεκριμένο παράδειγμα, εάν έχουμε συνέντευξη για μια δουλειά που θέλουμε να κάνουμε, τότε μπορούμε να προετοιμαστούμε γι' αυτήν μελετώντας, διαβάζοντας, δουλεύοντας τα επίπεδα άγχους και αυτοπεποίθησής μας ώστε να αυξήσουμε τις πιθανότητες για να την πάρουμε. Σαφώς υπάρχουν παράγοντες που είναι πέραν απο τον ελεγχό μας, όπως το γεγονός ότι δεν ξέρουμε ποιοί άλλοι είναι υποψήφιοι για τη θέση, ποιά τα κριτήρία της επιλογής κλπ. Όση γνώση και αν έχουμε αποκτήσει πριν, εάν κατα τη διάρκεια της συνέντευξής μας δεν εφαρμοστεί ή δεν ξέρουμε να απαντήσουμε σε μια ερώτηση ή μας έχει καταβάλλει το άγχος, τότε το αποτέλεσμα της συνέντευξης δεν θα είναι το επιθυμητό. Δηλαδή, η ίδια η εμπειρία της συνέντευξης δείχνει εάν εφαρμόσαμε τα όσα μάθαμε ή πρέπει να μάθουμε και άλλα για να επιτύχουμε τελικά το στόχο μας. Εάν επεκτείνουμε αυτή τη σκέψη σε όλο το πεδίο της ζωής, τότε αντιλαμβανόμαστε ότι η γνώση διαδέχεται την εμπερία σε μια διαρκή σχέση εφαρμογής και ανατροφοδότησης (βιώνουμε, μαθαίνουμε, βιώνουμε κλπ). Η προσδοκία για ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα απο τους ανθρώπους, τις σχέσεις, τη ζωή κλπ προκύπτει απο την μηχανική αντίληψη του κόσμου ότι πρέπει να συμπεριφέρεται με ενα συγκεκριμένο τρόπο, αυτόν που ξέρουμε, μας βολεύει, μας ταιριάζει κλπ. Για παράδειγμα, είναι σαν να προσδοκούμε ότι οι πωλητές σε ένα ζαχαροπλαστείο θα πρέπει πάντα να είναι χαμογελαστοί με όλους, αγνοώντας ότι ίσως να βιώνουν μια απώλεια ή κάτι δύσκολο που δεν είναι ταιριαστό με τη δική μας κατάσταση ή προσδοκία. Φυσικά όλοι έχουμε επιθυμίες για το πώς θα θέλαμε να είναι τα πράγματα, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι τα πραγματα θα είναι όπως τα επιθυμούμε. Η εμπειρία προυποθέτει σε ένα βαθμό ένα άφημα στο άγνωστο, σε αυτό που μπορεί να συμβεί σε ένα πείραμα, σε μια διάδραση και δεν το είχαμε σκεφτεί ή προβλέψει πρίν ή δεν συνάδει με την προσδοκία που είχαμε απο εμάς και τον κόσμο. Και εκεί ακριβώς αρχίζει το 'θαύμα', η επαφή με ένα μεγαλυτερο πεδίο γνώσης (και εμπειρίας) που ξεπερνά αυτό που ξέρουμε ήδη για εμάς και τη ζωή και μας καλεί να αφεθούμε (χωρίς απαραίτητα να είναι εύκολο) σε κάτι μεγαλύτερο (ανώτερος εαυτός, πνευματικότητα, θεός δική σας η επιλογή της ονομασίας). Για κάποιους αυτή η ανάπτυξη, το 'μεγαλύτερο' που συνδυάζει άγνωστο, χαρά και σοφία είναι τρόπος και σκοπός ζωής, για κάποιους άλλους δεν υπάρχει τίποτα άλλο πέραν απο αυτό που ήδη ξέρουν και έχουν βιώσει. Πρόκειται για μια ακόμη προσωπική επιλογή.. Με αγάπη, Παναγιώτης |
Παναγιώτης ΓουμαλάτσοςΨυχοθεραπευτής, Transformational Coach και Archives
May 2020
Categories |