Αγαπητέ αναγνώστη,
Νομίζω ότι έχω (περι-)γράψει αρκετά για το τί μπορεί να κρύβεται πίσω από τα συναισθήματά μας, πώς ίσως να τα διαχειριστούμε, διάφορες θέσεις που παίρνουμε κλπ Σε αυτό το άρθρο θέλω να ασχοληθώ με μια πράξη εξαιρετικά σημαντική για κάθε μορφή ανθρώπινης επικοινωνίας, το να ακούμε. Είναι η πρώτη δεξιότητα που διδάσκεται σε εκπαιδεύσεις ψυχοθεραπείας, συμβουλευτικής και γενικώς επαγγελμάτων βοήθειας σε ανθρώπους. Επέλεξα (συνειδητά ή ασυνείδητα) να το σπουδάσω στο πτυχίο μου ως μέρος της επικοινωνίας αλλά και να εκπαιδευτώ σε αυτό σε διάφορα άλλα σεμινάρια σχετικά με τις δουλειές που έκανα δουλεύοντας με ανθρώπους. Παρ' όλα αυτά, δε γράφω ως κανενός είδους ειδικός αλλά ως ένας άνθρωπος με μια συγκεκριμένη εμπειρία. Το μεγαλύτερο μέρος της επικοινωνίας μεταξύ ανθρώπων συμβαίνει σε μη λεκτικό επίπεδο. Παίρνουμε πληροφορίες από τη στάση του σώματος, το πώς κοιτάει ο άλλος, το τί κινήσεις κάνει κλπ. Ο λόγος έρχεται μεταγενέστερα, συμπληρωματικά ή επεξηγηματικά (ή και αντιφατικά) να μεταφέρει το μήνυμα τις επικοινωνίας. Ο άνθρωπος έχει καταφέρει να εξελιχθεί και να δημιουργήσει πολιτισμό επειδή άρχισε να παράγει σκέψη και λόγο και άρα να αναστοχάζεται και να εκφράζεται μέσα από αυτόν. Η δεξιότητα ή η πράξη του να ακούμε κάποιον είναι απο τα πρώτα πράγματα που συμβαίνουν όταν ερχόμαστε σε επαφή με κάποιον και αρχίζουμε να συνδιαλεγόμαστε μαζί του. Έχοντας ήδη συλλέξει (αυτόματα) πληροφορίες από το πώς μιλάει, τον τόνο της φωνής, τις κινήσεις κλπ καταλαβαίνουμε τί θέλει να πεί, αν λέει αλήθεια, αν πιστεύει αυτό που λέει κλπ πάντα σε σχέση με το πλαίσιο μέσα στο οποίο συμβαίνει μια συνομιλία. Έπειτα εμείς ανάλογα με τις εμπειρίες, τις προθέσεις, τις προσδοκίες και τις συνθήκες λαμβάνουμε το μήνυμα και το επεξεργαζόμαστε για να απαντήσουμε με κάποιο τρόπο (θεωρώ ότι και η μη απάντηση, απομάκρυνση είναι μορφή απάντησης). Νομίζω όλοι μπορούμε σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό να διακρίνουμε αν μια συνομιλία είναι επιτυχής ή όχι (ανεξάρτητα με το αποτέλεσμά της)., αν δηλαδή ο πομπός μετέδωσε ένα ξεκάθαρο μήνυμα και ο δέκτης το έλαβε ως τέτοιο. Το να ακούμε πραγματικά τον άλλο δεν είναι πάντα τόσο εύκολο εξού και οι πολλοί καυγάδες λόγω δυσκολίας στην επικοινωνία τόσο από τον πομπό όσο και από τον δέκτη. Σκεφτόμενος το πώς είναι κάποιος να είναι καλός ακροατής σκέφτομαι δύο κυρίως πράγματα. Το πρώτο είναι να είναι ανοιχτός να δεχτεί και το δεύτερο να είναι ανοιχτός να επηρεαστεί. Με το πρώτο εννοώ το να παραμένει διαθέσιμος στο να λάβει οποιοδήποτε μήνυμα, ακόμα και αν δε του αρέσει αυτό που θα ακούσει. Να λάβει το μήνυμα με 'καθαρό αυτί' χωρίς να παρεμβάλλονται πληροφορίες από προηγούμενες συζήτησεις, άλλες πληροφορίες που μπορεί να διακόπτουν τη ροή του μηνύματος ή συναισθηματικές καταστάσεις που μπορεί να κλείνουν τα αυτιά έστω και προσωρινά. Είναι σαν να περιμένουμε ένα γράμμα, αλλά το γραμματοκιβώτιό μας να ειναι γεμάτο ή να μας χτυπάνε το κουδούνι και εμείς να είμαστε στο μπάνιο και να μην το ακούμε. Είναι εύλογο ότι ο δέκτης δεν θα θεωρήσει την επικοινωνία πετυχημένη και μπορεί να αποτραβηχτεί από αυτήν ή να επιλέξει να τη συνεχίσει επαναλαμβάνοντας αυτό που ειπώθηκε. Ο δεύτερος όρος έχει να κάνει με ένα βαθύτερο επίπεδο, το πόσο δηλαδή μπορεί να αφήνουμε ένα μήνυμα να μας αγγίξει. Είναι όπως κάποιος πετάει ένα βότσαλο στη θάλασσα και αμέσως γυρνάει την πλάτη του χωρίς να δεί το αποτέλεσμα αυτης της κίνησης, το αν δηλαδή έκανε κύκλους στη θάλασσα, πήγε στον πάτο κλπ. Αφήνοντας ένα μήνυμα να μας αγγίξει, είναι σαν να αφήνουμε το νόημα που κρύβεται πίσω από αυτό να λειτουργήσει μέσα μας. Σαφώς και μερικά μηνύματα είναι απλές λειτουργικές πληροφορίες και δε χρειάζονται περαιτέρω χρόνο ή επεξεργασία. Για πιό σύνθετες επαφές όμως, μπορεί να χρειάζεται αυτός ο χρόνος, η προσοχή και η διάθεσή μας (εάν φυσικά θέλουμε) για να νιώσουμε πραγματικά τί ελέχθει, με τον ίδιο τρόπο που μπορεί η παρατήρηση της πέτρας να βυθίζεται στη θάλασσα μπορεί να μας δώσει μια αίσθηση ολοκλήρωσης της πράξης μας. Μερικές φορές ακούμε κάτι και μπορεί να μας ενοχλήσει άρα να αντιδράσουμε χωρίς να το έχουμε 'ακούσει αρκετά ώστε να δούμε πώς ειπώθηκε πραγματικά ή τι μπορεί να σημαίνει για εμάς. Άλλες φορές μπορεί να ακούσουμε κάτι, όπως π.χ. μιά καλή κουβέντα και να μην την αφήσουμε να μπεί μέσα μας και να μας αγγίξει. Κάποιες άλλες φορές μπορεί να ακούσουμε κάτι και να μην καταλάβαμε ακριβώς τί θέλει να πεί ο άλλος και αντί να ζητήσουμε διευκρίνηση, να κάνουμε υποθέσεις για το τί μπορεί να εννοούσε ο άλλος, άρα να απαντήσουμε σε αυτό που νομίζουμε ότι είπε. Κάθε 'γεγονός επικοινωνίας' (σε αυτή την περίπτωση λεκτικής), εάν γίνεται με ειλικρίνεια, εμπεριέχει νόημα και ο καθένας μας εκράζει την αλήθεια του. Αποτυπώνει αυτό που νιώθουμε, αυτό που σκεφτόμαστε, αυτό που θέλουμε να δείξουμε στον άλλο και στον κόσμο, αυτό που ίσως επεξεργαζόμαστε και δεν έχει κατασταλάξει ακόμα, αυτό που επιθυμούμε και ελπίζουμε. Σε τέτοιες πράξεις ουσιαστικά εξωτερικεύουμε και ακουμπάμε στα 'αυτιά' του άλλου μέρος της ψυχής μας και ό,τι την αποτελεί. Αποκαλύπτουμε τα εσωτερικά μας τοπία και χτίσματα. Προδίδουμε τα πιο βαθιά μυστικά μας. Ακούγοντας τον άλλο με διαθεσιμότητα, σεβασμό και διάθεση κατανόησης είναι σαν να νιώσουμε τον άλλο και να δούμε το λόγο που συνδέεται και τι χρειάζεται. Είναι σαν να είμαστε η θάλασσα που δέχεται ένα φτερό σε ήρεμα νερά σε αντίθεση με το να το δεχόμαστε με καρφιά. Με αγάπη, Παναγιώτης
1 Comment
|
Παναγιώτης ΓουμαλάτσοςΨυχοθεραπευτής, Transformational Coach και Archives
March 2023
Categories |
Proudly powered by Weebly